Παρασκευή 29 Δεκεμβρίου 2023

Η Ελληνική Οικονομία: Κίνδυνοι Απειλές και Δυνατότητες

Με τους δυο παγκόσμιους οικονομικούς πόλους–ΗΠΑ και Κίνα- σε ψυχροπολεμική αντιπαράθεση και με την Ευρωζώνη σε τροχιά ύφεσης –η Γερμανική ατμομηχανή ήδη νοσεί βαρέως-, οι προοπτικές της Ελληνικής οικονομίας δεν μπορεί να είναι ευοίωνες μακροπρόθεσμα.

ΑΕΠ

Η Ελλάδα παρουσιάζει θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης  που έφτασαν στο 2,7% το 2ο τρίμηνο του 2023 –πολύ υψηλότερα από τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο-, όμως η μεγέθυνση αυτή αποτελεί αναπότρεπτη συνθήκη μιας οικονομίας που έφτασε στο χαμηλότερο αναπτυξιακό επίπεδο την περίοδο της οικονομικής κρίσης, με απώλειες  που ξεπέρασαν το 25% του ΑΕΠ. Το 2023 το ΑΕΠ της χώρας κυμαίνεται στα 195,5 δις € έναντι 239,7 δις € το 2007 –προ οικονομικής κρίσης- και εκτιμάται ότι θα χρειαστούν 15 χρόνια για να επανέλθει στα προ κρίσης χρέους επίπεδα, με μεσο-σταθμικό ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης στο 1,5%. Οι κρατικές επιδοτήσεις της περιόδου της πανδημίας που ξεπέρασαν τα 50 δις €, οι πόροι για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης που κυμάνθηκαν περί τα 10 δις € σε συνδυασμό με τα 70 δις € του Ταμείου Ανάκαμψης και του Νέο ΕΣΠΑ, συνέβαλαν και συμβάλλουν καθοριστικά σ αυτή την μεγέθυνση, τονώνοντας τόσο την ιδιωτική κατανάλωση όσο και τις επενδύσεις που παρουσίασαν ποσοστό αύξησης πάνω από 10% το 2021 και το 2022[1]. Επίσης το τέλος της ποσοτικής χαλάρωσης κι η επαναφορά στους πλεονασματικούς προϋπολογισμούς στην Ε.Ε, σε συνδυασμό με την απαίτηση υψηλών κεφαλαίων για την προσαρμογή στην πράσινη μετάβαση[2], δεν εγγυώνται τη διατήρηση αυτών των υψηλών ρυθμών ανάπτυξης τα επόμενα χρόνια.


ΜΑΚΡΟ-ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΜΕΓΕΘΗ

Η βελτίωση των μακρο-οικονομικών μεγεθών σε συνδυασμό με την αποκλιμάκωση της ανεργίας στο 11,2% - με πρόβλεψη μεγαλύτερης πτώσης στο 10,6%- είναι που επέτρεψαν τις θετικές αξιολογήσεις των διεθνών οικονομικών οίκων, προοιωνίζοντας την διασφάλιση της επενδυτικής βαθμίδας. Η σημασία της ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας έγκειται στην αναβάθμιση της πιστοληπτικής  ικανότητας της χώρας αφού η αγορά χρέος δεν θα προϋποθέτει πολιτική συμφωνία με τις χώρες της Ευρωζώνης.

Επιπλέον στοιχεία που αποτυπώνουν την βελτίωση των μακρο-οικονομικών μεγεθών και είναι συνέπεια της υποχώρησης του πληθωρισμού από το  9,9% τον περασμένο Αύγουστο στο 3,4 % τον Οκτώβριο, την αποκλιμάκωση των τιμών της ενέργειας –παρά τους κινδύνους αναστροφής λόγω του πολέμου στην Μ Ανατολή- και τις καλές επιδόσεις στα κρατικά έσοδα που άγγιξαν στα 54  δις € το δεκάμηνο Ιανουάριος- Οκτώβριος 2023 , αποτελούν:

·         το πρωτογενές πλεόνασμα που ξεπέρασε  τα 6 δις €  το ίδιο διάστημα, από 2,4 δις € της εκτίμησης στο προσχέδιο του προϋπολογισμού με το έλλειμμα στο ισοζύγιο  του Κρατικού προϋπολογισμού  να κυμαίνεται στα 480 εκατ €, έναντι 3,5 δις € πρόβλεψης για το 2023,

·         το εμπορικό έλλειμμα που διαμορφώθηκε στα 16,5 δις € το χρονικό διάστημα από τον Ιανουάριο έως τον Ιούλιο του 2023, μειωμένο κατά 5 δις € σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2022. Επισημαίνεται ότι το εμπορικό  έλλειμμα του 2022 έκλεισε στα 27,5 δις €,  χαμηλότερο κατά 6 δις €  από εκείνο του 2008 που ανέρχονταν στα 33,5 δις € σε τρέχουσες τιμές, η μείωση αυτή όμως δεν αποτελεί συνέπεια μιας βαθύτερης παραγωγικής αναδιάρθρωσης στην κατεύθυνσης της υπέρβασης του παρασιτισμού των προηγούμενων δεκαετιών. (Πηγή Eurostat)

Ενδεικτικά ο δείκτης βιομηχανικής παραγωγής από την αρχή του 2023 παρουσίασε οριακή άνοδο  0,8% αντίθετα με τις κατασκευές που είχαν αύξηση 17%  -αποτέλεσμα μιας νέας φάσης υπερθέρμανσης των ακινήτων-, καθώς κι οι υπηρεσίες , όπου ο τουρισμός[3] και η εστίαση παρουσίασαν την μεγαλύτερη ποσοστιαία αύξηση  κατά 7%.

ΚΙΝΔΥΝΟΙ-ΑΠΕΙΛΕΣ

Στην αξιολόγηση  του ο οίκος Moodys έθεσε ως σημαντικότερες προκλήσεις για την ελληνική οικονομία,

·         το υψηλό χρέος, παρά το γεγονός ότι οι επιβαρύνσεις στην εξυπηρέτηση του, -κυρίως λόγω του ασφαλιστικού- μετατίθενται μετά το 2032

·         την δημογραφική κρίση που έχει  πολύ-παραγοντικές επιπτώσεις στην οικονομία και στο παραγωγικό μοντέλο  όσο και

·         την έκθεση της χώρας στους κινδύνους της κλιματικής αλλαγής.

 

Τα ακραία καιρικά φαινόμενα κι η συχνότητα της επανάληψης τους έχουν άμεσες επιπτώσεις –όπως φάνηκε το φετινό καλοκαίρι- στο μοντέλο του μαζικού τουρισμού από το οποίο εξαρτάται το 23% του Ελληνικού ΑΕΠ. Εγκυμονούν σημαντικούς κινδύνους ασφάλειας  στην οργάνωση των πόλεων και ιδιαιτέρως του λεκανοπεδίου στο οποίο διαβιεί περί το 40% του εγχώριου πληθυσμού, αλλά και στο μοντέλο της γεωργικής μονοκαλλιέργειες σε αγροτικά οικοσυστήματα όπως αυτό του Θεσσαλικού κάμπου. Το οικονομικό κόστος της αποκατάστασης των ζημιών όπως και οι διακυμάνσεις των τιμών της ενέργειας τινάζουν στον αέρα τα δεδομένα κατάρτισης των ετήσιων προϋπολογισμών για την ισοσκέλιση των οποίων απαιτούνται έκτακτες βοήθειες από τα Ευρωπαϊκά Ταμεία.

Τουρισμός και κλιματική κρίση συμβάλλουν όμως και στην επίταση του προβλήματος της ακρίβειας. Το έλλειμμα προσφοράς στέγης στο οποίο συμβάλλει ο υπερ-τουρισμός, των αστικών κέντρων, εξαιτίας του Airbnb και της Golden Visa,εκτοξεύει τις τιμές των ενοικίων με αποτέλεσμα  το 74,2% των ενοικιαστών να ξοδεύουν πάνω από το 40% του εισοδήματος τους για έξοδα στέγασης[4],  πολλές οικογένειες  δυσκολεύονται να καλύψουν τα έξοδα ενοικίου σε νέους φοιτητές και πολλές ειδικότητες αποσπασμένων εργαζομένων αναγκάζονται να πληρώνουν υπέρογκα ενοίκια σε τουριστικές περιοχές. Το μοντέλο της επιθετικής τιμολόγησης της «διμερούς ταρίφας»[5] εκτόξευσε τις τιμές στις ξαπλώστρες εκτοπίζοντας από τις παραλίες τα γηγενή μεσαία και χαμηλά στρώματα αυτό το καλοκαίρι προς όφελος των τουριστών και των υψηλών εισοδημάτων, ενώ παράλληλα εδραιώνει την ασυδοσία των ιδιωτικών συμφερόντων στην καταπάτηση του δημόσιου χώρου. Την ίδια στιγμή, τα ακραία καιρικά φαινόμενα  που προκαλούν εκτεταμένες καταστροφές φυτικού και ζωικού κεφαλαίου – όπως πχ στα Θεσσαλικό κάμπο, που συμβάλλει με 8δις € στο ΑΕΠ της χώρας, αυτό το καλοκαίρι-, σε συνδυασμό με την αισχροκέρδεια των ολιγοπωλίων, διατήρησαν σε ιδιαίτερα υψηλό επίπεδο το δείκτη τιμών στα είδη διατροφής[6] με ίσως την πιο χαρακτηριστική περίπτωση την εκτόξευση της τιμής του ελαιόλαδου λόγω προβλημάτων στην προσφορά, που σχετίζεται με την κλιματική κρίση.

Όμως αν η κλιματική κρίση αποτελεί σημαντική πρόκληση για  την ελληνική οικονομία, η δημογραφική κάμψη αποτελεί την ωρολογιακή της βόμβα. Το μεγάλο άνοιγμα της ψαλίδας μεταξύ θανάτων και γεννήσεων το 2022 όπως καταγράφηκε από την Ελληνική Στατιστική Αρχή με την ζοφερή αποτίμηση 76.500 γεννήσεων έναντι 140.800 θανάτων, προοιωνίζει έναν γηγενή πληθυσμό που δεν θα ξεπερνάει τα 8 εκατ. το 2050[7].  Οι συνέπειες είναι προφανείς για την άμυνα, το ασφαλιστικό σύστημα, το κοινωνικό κράτος  αλλά και για την όξυνση των περιφερειακών ανισοτήτων που ενέχει εθνικούς κινδύνους με την συνεχιζόμενη αποψίλωση των περιοχών των συνόρων, -ιδιαίτερα των ορεινών και ενός μέρους των νησιωτικών-.

Η χώρα βιώνει σήμερα το τίμημα της μαζικής μετανάστευσης των νέων την περίοδο της οικονομικής κρίσης και την αποτυχία όλων των πολιτικών επαναπατρισμού που ακολούθησαν. Η καθήλωση των μισθών σε πολύ χαμηλά επίπεδα σε συνδυασμό με την δημιουργία νέων θέσεων εργασίας χαμηλής ειδίκευσης αποτελεί ίσως την σημαντικότερη αιτία  αυτής της μαζικής απώλειας των μορφωμένων νέων. Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη της ομάδας Utility Bidder[8] η χώρα παρουσίασε την χαμηλότερη αύξηση των μέσων μισθών στην Ε.Ε κατά την περίοδο 2012 -2022, με ποσοστό  1,5% ή κατά μόλις 370€  φτάνοντας κατά μέσο όρο ετήσιων αποδοχών τις 24.700 €  από 24.300 €  . Στην ευρωπαϊκή κατάταξη η Ελλάδα βρίσκεται στην 24η θέση στην ΕΕ των 27 χωρών όπου  ο μέσος όρος είναι στα 32 χιλ € και στην 20η θέση στην Ευρωζώνη με το μέσο όρο στις 35,2 χιλ. €. Την ίδια στιγμή σύμφωνα με τον World Inequality Database το πλουσιότερο 10% των Ελλήνων αύξησε τον πλούτο του από το 48,3% του συνολικού εθνικού πλούτου το 2009 σε 60,7% το 2021, με προφανείς συνέπειες για την κοινωνική συνοχή.

Πρόσφατη μελέτη της ΙΝΕ ΓΣΕΕ[9] αναφέρεται σε νέες θέσεις εργασίας μεσαίας και χαμηλής ειδίκευσης μέχρι το 2035. Νέες θέσεις όπου μόλις το 29,8% θα αφορούν υψηλές δεξιότητες ενώ το 62,4% θα βρίσκονται στις πωλήσεις, στην παροχή υπηρεσιών –κυρίως σε ηλικιωμένους και στον τουρισμό- ενώ  το 7,8% θα είναι θέσεις ανειδίκευτων εργατών. Μια μελέτη που επιβεβαιώνει ότι η ανταγωνιστικότητα της Ελληνικής οικονομίας θα συνεχίσει να βασίζεται στους χαμηλούς μισθούς που θα τους προσφέρουν αφειδώς τα μεταναστευτικά ρεύματα από την Αφρική και την Ασία. Το πρόσφατο νομοσχέδιο του υπουργείου Οικονομικών ενώ προσπαθεί να δώσει μια εικόνα φορολογικής ισότητας, δηλαδή να πληρώνουν στην εφορία και οι ελεύθεροι επαγγελματίες κι όχι μόνο αυτοί που δεν μπορούν να το αποφύγουν[10], δηλαδή οι μισθωτοί και συνταξιούχοι, δεν απαντά στο κεντρικό πρόβλημα, δηλαδή στο πώς η μισθωτή εργασία θα γίνει ελκυστική.   Διότι είναι η υποβαθμισμένη μισθωτή εργασία και οι χαμηλοί μισθοί  αυτά που διαιωνίζουν τα υψηλά ποσοστά αυτό-απασχόλησης και μικρών ατομικών επιχειρήσεων που σε μεγάλη πλειοψηφία η φοροδιαφυγή αποτελεί όρο επιβίωσης τους.

Μια άλλη πολιτική που θα επένδυε στο ανθρώπινο δυναμικό με υψηλά προσόντα, που θα επιχειρούσε τον επαναπατρισμό των μορφωμένων νέων, που θα ενίσχυε την εσωτερική δημογραφία θα πρότασσε την εισδοχή Ελλήνων στην απασχόληση με περικοπή επιδομάτων, δεδομένων το χαμηλών ποσοστών απασχόλησης σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο[11], θα βοηθούσε την μητρότητα μ ένα εκτεταμένο σύστημα κέντρων υποστήριξης και παιδικών σταθμών, θα υποστήριζε επενδύσεις με υψηλή προστιθέμενη αξία προκειμένου να ανέβει το επίπεδο της παραγωγικότητας στους τομείς της ψηφιακής οικονομίας, της τεχνητής νοημοσύνης, των έξυπνων οπλικών συστημάτων[12], της νέας αγροτικής οικονομίας κοκ.

Αν δεν υπάρξουν αυτές οι ριζικές αναπροσαρμογές οι μετανάστες θα κληθούν να λύσουν το δημογραφικό πρόβλημα της χώρας, να καλύψουν την ζήτηση στην αγορά εργασίας όχι μόνο στον αγροτικό χώρο και να συμβάλλουν στην ανταγωνιστικότητα της οικονομίας κι αυτό δεν θα γίνει προφανώς με ομαλή ενσωμάτωση τους αλλά με βίαιη αντικατάσταση του γηγενούς πληθυσμού[13].

ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ

Αν στους κινδύνους για την Ελληνική οικονομία που περιλαμβάνεται στην αξιολόγηση της Mooddys συμπεριλάβουμε την γεωπολιτική αποσταθεροποίηση στο τρίγωνο Ανατολική Ευρώπη, Μέση Ανατολή, Δυτικά Βαλκάνια, απόρροια της νέας πλανητικής διαίρεσης Δύσης-Ευρασίας, στην οποία η χώρα μετατρέπεται σε ακρίτας  του Δυτικού Κόσμου και  υπό διαρκή απειλή από τον Οθωμανικό αναθεωρητισμό, μπορούμε να πούμε ότι έχουμε εισέλθει σε μια διαρκή «πολύ-κρίση» όπως ανακήρυξε το 2023 το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ. Η συνεχιζόμενη ποσοτική επέκταση που υπόσχονταν ο ενάρετος κύκλος της Παγκοσμιοποίησης από το 1990 με την μετατροπή του Δυτικού κόσμου σε κέντρο χρηματιστηρίων και κατανάλωσης έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί, με το Δυτικό στρατόπεδο να βρίσκεται σε συνεχή υποχώρηση. Σ αυτή την νέα ιστορική φάση που εισήλθαμε η παραγωγική ανασυγκρότηση  συνδέεται άμεσα με την ασφάλεια και την ανθεκτικότητα των κοινωνιών. Το κοινωνικό κεφάλαιο, οι φυσικοί πόροι, τα ενεργειακά κοιτάσματα, οι υποδομές, η άμυνα, η θωράκιση για την αντιμετώπιση ακραίων καιρικών φαινομένων, η φύλαξη των συνόρων, η δημόσια ασφάλεια καθίστανται βασικοί όροι ενός νέου οικονομικού μοντέλου που θέτει σε προτεραιότητα την βιωσιμότητα, την κυκλικότητα, την αποκέντρωση και την «φροντίδα»[14]. Ένα μοντέλο που η εφαρμογή του προϋποθέτει βαθύτερους μετασχηματισμούς στο Κράτος και στην δομή του στη βάση μιας πολύ-επίπεδης διακυβέρνησης όπου η κοινωνική συμμετοχή, ο κοινωνικός έλεγχος και ο συνεργατισμός αποτελούν συμπληρωτικούς όρους της αγοράς, όπου το όραμα της εθνικής επιβίωσης πραγματώνεται μέσω της δημοκρατικής διακυβέρνησης.

Η ατομική και η συλλογική ευθύνη, η ενεργοποίηση των υγιών κυττάρων της κοινωνίας με γνώση των μεγάλων διακυβευμάτων αυτού του αιώνα θα κρίνει εν πολλοίς την δυνατότητα αντιμετώπισης αυτής της πολυκρίσης απέναντι σ ένα παλαιοκομματικό πολιτικό σύστημα που απλά απολογίζει τις καταστροφές.



[1] Παρά την αύξηση των επενδύσεων που το 2022 κυμαίνονταν στα 26 δις €, αυτές συνεχίζουν να υπολείπονται του επιπέδου προ οικονομικής κρίσης ήτοι των 62 δις που ήταν το 2007, καθώς και των αναγκών για την αποκατάσταση του φθαρμένου παγίου κεφαλαίου και των υποδομών την περίοδο της δεκαετούς οικονομικής κρίσης.  (Γ. Καραμπελιάς, το λυκόφως του μηδενισμού, Εναλλακτικές εκδόσεις, 2023)

[2] Πάνω από 3 δις € οι ετήσιες δαπάνες της βιομηχανίας για την ενεργειακή μετάβαση το διάστημα 2025-2030 (Πηγή: ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ, 09.11.2023)

[3] Οι αφίξεις τουριστών αυξήθηκαν το πρώτο εξάμηνο κατά 21,9% και οι εισπράξεις κατά 20,2 % φτάνοντας τα 6,1 δις €, (ΙΟΒΕ, Έκθεση για την Ελληνική Οικονομία, 03/2023, 19.10.2023).

[4] Πηγή: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 04.02.2023

[5] Τιμολόγηση που περιλαμβάνει δυο μέρη και διαφέρει από αυτή της προσφοράς και της ζήτησης: ένα πάγιο –πχ  είσοδος στην παραλία- και ένα που αφορά υπηρεσίες και προϊόντα –πχ τον καφέ ή το ποτό-. Η επιθετική τιμολόγηση συναρτάται με το διαθέσιμο εισόδημα που μπορεί να ξοδέψει ένας τουρίστας έναντι του κατοίκου μιας πόλης.

[6] Τον Οκτώβριο του 2023 οι αυξήσεις των τιμών στα τρόφιμα κυμάνθηκαν στο 10% σε ετήσια βάση. Στις πρώτες  θέσεις τα έλαια, λίπη με 26%, τα φρούτα με 20,5%, οι χυμοί και τα αναψυκτικά  με 14,3%, τα λαχανικά με 12,3% και τα κρέατα με 8,3%. (Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ) Η αδυναμία πάταξης της αισχροκέρδειας αποτελεί την βασική αιτία των ανοδικών τάσεων του συνολικού πληθωρισμού.

[7] «Δημογραφικές ανισότητες και εθνικό σχέδιο δράσης» Β. Κοτζαμάνης και Βασίλης Παππάς, ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΑ ΝΕΑ, Τεύχος 46, 2023.

[8] Πηγή: ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ, 17.10.2023

[9] Πηγή: ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ, 13.09.2023

[10] Επτά στους δέκα αυτοαπασχολούμενους δηλώνουν μηνιαίο  εισόδημα κάτω των 780 ευρώ. Από τις διασταυρώσεις της ΑΑΔΕ 440 χιλ φορολογούμενοι διαβιούν με κόστος που δε συνάδει με τα δηλωθέντα εισοδήματα.

[11] H απασχόληση παραμένει σε χαμηλά επίπεδα, στα 4,226 εκατ. άτομα, και είναι σημαντικά μειωμένη, κατά περίπου 320.000 εργαζομένους, σε σχέση με τον αριθμό των απασχολουμένων κατά τον Σεπτέμβριο του 2009, Γ. Καραμπελιάς, Το λυκόφως του μηδενισμού, Εναλλακτικές Εκδόσεις, 2023.

[12] Ο αμυντικός τομέας αποτελεί τον προπομπό της παραγωγικής ανασυγκρότησης ιδιαιτέρως σε έξυπνα συστήματα που αποδεικνύονται καθοριστικά στην έκβαση των σύγχρονων πολέμων: drone, μη επανδρωμένα, έξυπνες βόμβες, πύραυλοι ακριβείας κοκ

[13] 6000 ο αριθμός των αιτούντων άσυλο τον Αύγουστο 2023 έναντι 2.500 τον Οκτώβριο του 2022 (Πηγή ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 25.10.2023)

[14] Γ. Ρακκάς, «Μονιμοκρίση και πολιτικές της φροντίδας», Huffington Post, 07.09.2023.

Εισήγηση στην Πανελλαδική Συνδιάσκεψη ΑΡΔΗΝ "Για την υπέρβαση της παρακμής"

18.11.2023

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Νεα ΚΑΠ: η αιτία των αγροτικών κινητοποιήσεων

Η χρονική μετάθεση κατά ένα χρόνο της εφαρμογής του όρου της νέας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) περί υποχρεωτικής αγρανάπαυσης, συνιστά τ...