Τετάρτη 24 Δεκεμβρίου 2008

ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ



Παρέλαβα κράτος...
δεν θα παραδώσω κοινότητα…
...σε καλώ να υπερασπιστείς το δί-
καιο, την αξιοπρέπεια και την ιστορία
σου...
ΑΙΩΝΙΑ ΣΟΥ Η ΜΝΗΜΗ

Στο έθνος μας δεν υπάρχει
πια κανείς για να λέει "ΟΧΙ!"
σ' εκείνους που ξεπούλησαν τις
εστίες μας, τη γη μας και μετέ-
τρεψαν τη λαμπερή ιστορία
μας σε παζάρι!
Νιζάρ Καμπάνι (Σύριος
ποιητής, 1923-1998)










O EΓΓΟΝΟΣ: Να πας στο
καλό παππού, να πας στο κα-
λό! Από τη Σεβέρειο, ψηλά,
απαγγέλλει στίχους των νε-
κρών ποιητών μας. Ένας
Εγγλέζος τουρίστας διαμαρ-
τύρεται. Χάνεται στα στενά
δρομάκια της πόλης. Το βράδυ
με τους φίλους του, πίσω από
τα αγάλματα της Ελευθερίας,
πίνουν κόκκινο κρασί και σι-
γοτραγουδούν τραγούδια της
φυλής μας. Αργότερα στην
πλατεία Σολωμού, δίπλα από
το άγαλμα του Βασίλη Μιχαη-
λίδη, ο δεκαπεντάχρονος εγγο-
νός γράφει στο δρόμο ένα με-
γάλο ΟΧΙ. Συλλαμβάνεται.
Να τον προσέχεις τον παππού
μου, παππού, να τον προσέχεις.
Στην εκκλησία μαζεύτηκαν
όλα τα ρεμάλια. Ήταν εκεί και
οι προδότες και οι γραμματείς και οι
Φαρισαίοι, ήταν εκεί όλοι οι υβριστές
του, όλοι όσοι τον συκοφάντησαν, όλοι
όσοι τον μίσησαν και είπαν λόγια απα-
ράδεκτα γι' αυτόν. Ήταν εκεί όλοι όσοι
ύπουλα και ξεδιάντροπα του έστησαν
τρικλοποδιές, δρώντας πότε ως πρά-
κτορες ξένων κρατών, πότε ως νεογενί-
τσαροι. Ήταν εκεί όλοι οι υποκριτές με
τις χαμηλοβλεπούσες φάτσες τους και
τα βρωμερά τους στόματα, ευτυχώς
κλειστά. Έδειχναν θλιμμένοι σαν να
έχασαν τη μάνα τους ή τη γυναίκα τους,
υπήρξαν κιόλας μερικοί τόσο τραγικά
θλιμμένοι σαν να είχαν χάσει το παιδί
τους, το μωρό το μικρό. Τους είδα
όλους εγώ , είδα τον Αναστασιάδη και
το Χριστόφια και τον Κασουλίδη και
τον Τάκη Χατζηγεωργίου και το Λέλλο
και το Γιωργάκη του ΠΑΣΟΚ και την
Ντόρα της Ν. Δ. και τον Αβέρωφ και το
Βασιλείου και τη Μαύρου και το Μόρ-
φου. Είδα και τον Κάρογιαν και το
Μάρκο Κυπριανού και τον Ιακώβου, εί-
δα και τον Τορναρίτη και τον Άντρο Κυ-
πριανού και τον Αντρέα Χρίστου και
το Χρίστο Στυλιανίδη και το Βάσο Γε-
ωργίου και το Κυρίτση και το Χρυσο-
στομίδη, είδα ακόμη και τον Ττίμη Ευ-
θυμίου και τον Ενωτιάδη, το Χατζηδη-
μητρίου, είδα δεκάδες άλλα ανθρωπά-
κια- νάνους, βρωμερά υποκείμενα που
έθεσαν στόχο της ζωής τους να υπο-
σκάψουν, όχι εκείνον, αλλά στο πρό-
σωπό του τη βούληση του λαού να ζήσει
ελεύθερος. Τους είδα όλους. Είδα και
σκουλήκια να ξεπροβάλουν απ' τα λα-
μπρά ρούχα τους, οσμίστηκα και τα σά-
πια δόντια τους και είδα τα πρόσωπά
τους να λιώνουν και να παραμορφώ-
νονται, ώσπου να μην αναγνωρίζω πια,
ποια είναι τα σκουλήκια και ποιοι οι τά-
χατες θλιμμένοι υποκριτές.



ΠΑΠΠΟΥΣ: Να πας στο καλό, γιέ
μου, τζιαι ο νους σου ναν πας στην
Κωνσταντινούπολη, η καρκιά σου πας
στην Σμύρνη τζιαι το δειν σου ναν πας
στες Αθήναις. Μεν έσιεις εμπιστοσύνη
τους Εγγλέζους ούτε τους δικούς μας,
που τους θαυμάζουν , τζιαι να θθυμά-
σαι: «Μες στα Κοτσιινοχώρκα μας η
λεβεγκιά εν γιόρκιν, ένας μοιάζει του
Διενή, ο άλλος τ' Αη Γιώρκη.» Ο παπ-
πούς έβγαλε από τη ζώνη της βράκας
του μια ρούχενη σημαία, εκείνην που
πήρε μαζί του τον Οκτώβρη του '31 σε
κάποια διαδήλωση, και την έδωσε στο
«μιτσήν», τον φίλησε και έστριψε και
μπήκε στην εκκλησία του Αη Σπυρίδω-
να. Έβαλε το σταυρό του και μαζί με
τον Αη Σπυριδώνα είπαν τραγούδια του
τόπου μας.

ΠΑΤΕΡΑΣ: Μέρες ολόκλη-
ρες έπλαθε τον πηλό ο πατέ-
ρας. Εμίλαν του πηλού μέρα
νύκταν, ώσπου έκαμεν τον
έναν αγγελούδιν.. Την νύκταν
κάτω που την λάμπαν του πε-
τρελαίου περίπου θεοσκότει-
να ακούστηκεν το φκιολίν τζι-
αι το λαούτον. «Έλα, γιε μου,
εν δικόν σου. Κράτα το να σε
φυλάει όπου τζιαι αν πάεις.»
Ο γιος έβαλεν το πρώτα πας
στην καρκιάν του τζιαι ύστερα
πας στο τραπέζιν δίπλα που
την βασιλιτζιά τζιαι την κο-
ρύπα με το νερό. Ετραουδού-
σαν ούλλη νύκτα. Την άλλη
ημέραν κάποιος είπεν πως εί-
δεν το αγγελούδιν τζιαι εχό-
ρευκεν.

ΕΝΑΣ ΠΟΛΙΤΗΣ: Μαρα-
ζώνω. Μαραζώνω, γιατί μαζί
σου τελειώνει μια Κύπρος.
Δεν έχουμε τραγούδια, δεν
έχουμε αρχιτεκτονική, δεν
έχουμε χωριά, δεν έχουμε παι-
δεία, δεν έχουμε λαλιά, δεν
έχουμε πηγάδια, δεν έχουμε
ποτάμια, μονάχα γουότερ-
παρκς, στάρπακς, μακτόναλ-
τς και ττάνκας και κρέτιτκας.
Το μουστακούιν σου, που τό-
σο μίσησαν οι Εγγλέζοι και οι δικοί
μας, οι ριψάσπιδες λαιφσταλίστες, ήταν
το σήμα μιας ολόκληρης εποχής, όπου
η Κύπρος αφυπνίζεται, μορφώνεται,
περνά στο μοντερνισμό και γράφει μια
λαμπρότατη σελίδα στην παγκόσμια
ιστορία. Το μουστακούιν των αγωνι-
στών της ΕΟΚΑ και, στην συνέχεια το
μουστακούιν του ΟΧΙ, κλείνουν μια
ολόκληρη περίοδο του τόπου μας.
Ήσουν μια ελπίδα. Τώρα δεν υπάρχει
Κύπρος, όχι μόνο διότι έφυγες εσύ, αλ-
λά επειδή δεν έμεινε τίποτε σ' αυτόν το
γέρημον τον τόπον. Έφυγαν και οι ποι-
ητές, έφυγαν και οι δάσκαλοι, έφυγαν
και οι πέτρες των βουνών, αυτές που θα
ετρώαμεν αν δεν είσιεν τίποτα να φά-
μεν στην Ελλάδα. Εφύαν ούλλα, κύριε
Πρόεδρε, τζιαι εμείναμεν μοδάτοι τζι-
αι πρησμένοι μες στην Στασικράτους,
αλλα τίτσιροι τζιαι ανυπόλητοι στην
ψυσιή. Πού θα βρω την ψυσιήν μου
πιον, κύριε Πρόεδρε; Ποιος θα με κάμει
περήφανο ξανά;
Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε. Ευχαρι-
στώ. Να πας στο καλό, κύριε Πρόεδρε,
να πας στο καλό.



ΕΓΓΟΝΟΣ: Τραγουδά...σ' αυτό τον
τόπο όσοι αγαπούνε, τρώνε βρώμικο
ψωμί...Ενα γερούιν με τη στολή του
αντάρτη της ΕΟΚΑ, με το ωραίο μπερέ,
γονυπετής μπροστά στην εικόνα του Αη
Γιώρκη και με Καζαντζίδειαν φωνή
τραγουδά...μα γω δεν ζω γονατιστός εί-
μαι της Ρωμιοσύνης γιος... Ακούγονται
δύο πυροβολισμοί. Ο Χριστόφιας και
ο Αναστασιάδης πέφτουν νεκροί. Μια
μαυροντυμένη κοτζιάκαρη ισχυρίζεται
οτι είδε την Παναγιά να τους πυροβολεί.
● ● ●
Στο αεροδρόμιο της Λάρνακας πα-
ρατηρείται συνωστισμός. Kαταφθάνουν
για την κηδεία των δύο ηγετών μας, ο
Λόρδος Xάνεϊ, ο Nτε Σότο, ο Eρντο-
γάν, ο Kίσσινγκερ, ο Σολάνα, ο Mπλερ,
η χήρα του Eτζεβίτ, η Mάργκαρετ Θά-
τσερ, ο Kόφι Aνάν, η Kοντολίζα Pάις
και πολλοί άλλοι. Σε ένα παγκάκι με
μια «Xαραυγή» στο χέρι, κάθεται ο Πά-
ουελ και κλαίει...



BΑΣΟΣ .ΦΤΩΧΟΠΟΥΛΟΣ.__

1000 μέρες Ουκρανική αντίσταση.

  Τα τελευταία 25 χρόνια γινόμαστε μάρτυρες της παλινόρθωσης δυο μεγάλων αυτοκρατοριών στην ευρύτερη γειτονιά μας: της Ρώσικης και της Οθωμα...