Η προσπάθεια αποδόμησης των
αιματηρών και συνεχών αγώνων των Σουλιωτών κατά της απολυταρχίας
του Αλή Πασά και των Οθωμανών ιδιαίτερα την περίοδο από
το 1788 έως το 1803 αλλά και μετέπειτα ως την επανάσταση του 1821 και την έξοδο
του Μεσολογγίου, είναι εν πολλοίς γνωστή.
Η κυρίαρχη εθνομηδενιστική άποψη
περί «νεαρού» –Ελληνικού- Έθνους, απότοκου της Γαλλικής ή της Αμερικάνικης
Επανάστασης, του οποίου την δημιουργία επέτρεψαν οι Μεγάλες Δυνάμεις μετά το
Ναυαρίνο, θα μπορούσε να επιβεβαιωθεί αν ξεχνιόμτουσαν οι εκατοντάδες
εξεγέρσεις του υπόδουλων Ρωμιών την περίοδο της Οθωμανικής κατάκτησης, με το
έπος των Σουλιωτών να δεσπόζει ανάμεσά τους. Εξεγέρσεις που αποτελούν αδιάψευστη
μαρτυρία μιας εδραιωμένης εθνικής συνείδησης και ταυτότητας πολύ
πριν την δημιουργία Ελληνικού Κράτους κατά τα δυτικά πρότυπα.
Η αποδομητική ιστοριογραφία στην
περίπτωση του Σουλίου, βάλει σε δύο διαφορετικά επίπεδα: την καταγωγή των
Σουλιωτών και εκέινο των ηρωικών πράξεων που αποτελούν σύμβολα αντίστασης στην
Οθωμανική δεσποτεία. Ο Γιάννης Κορδάτος διαστρέφοντας το περιεχόμενο
των Σουλιώτικων αγώνων αναφέρεται σε «απλές διαμαρτυρίες χριστιανών και τούρκων
αγροτών τόσο απέναντι στον πασά των Ιωαννίνων όσο και απέναντι στον ίδιο τον
Σουλτάνο»,[1].Στο ίδιο μοτίβο και προκειμένου να
πληγούν σημαίνοντα σύμβολα του αγώνα των Σουλιωτών όπως οι Τζεβελαίοι, το
Κούγκι κι ο Σαμουήλ, το Ζάλογγο κι ο ηρωικός χορός των Σουλιωτισσών πριν την
πτώση, η Δέσπω και η θυσία στον Πύργο του Δημουλά, επιχειρείται η αμφισβήτηση
και η διαστρέβλωση γεγονότων και πράξεων.
Θα επιμείνω σε δυο εξ αυτών που
είναι τα πιο χαρακτηριστικά: στον χορό του Ζαλόγγου και στη θυσία της
Δέσπως.
Α. Το Ζάλογγο
Αναφερόμενη στο Ζάλογγο η
ιστορικός Βάσω Ψιμούλη στο βιβλίο της Σούλι και Σουλιώτες,[2] αναφέρει σχετικά:
«Στη διάρκεια της διεξαγόμενης σε
στενωπούς και μονοπάτια του όρους, μάχης, μέρος των γυναικών κατακρημνίστηκε
είτε απωθούμενο στην άκρη του γκρεμού από τους οπισθοχωρούντες μαχητές είτε με
απόφαση των γυναικών να προτιμήσουν γι αυτές και τα παιδιά τους τον εκούσιο
θάνατο παρά μια οδυνηρή αιματοχυσία και αιχμαλωσία. Αγνοούμε ωστόσο, αν αυτό
συνέβη εν χοροίς και άσμασι όπως περιγράφει ο Περραιβός στην έκδοση της
Βενετίας……» (σελ.
439-440).
Η εν λόγω περιγραφή έχει δυο
στόχους: αφενός να εισαγάγει μια νέα εκδοχή της πτώσης των γυναικών στο
Ζάλογγο, αυτής της κατακρήμνισης από τους οπισθοχωρούντες
Σουλιώτες μαχητές, αφετέρου να μειώσει τον ηρωικό χαρακτήρα της θυσίας που δεν
θα μπορούσε να συνέβη «εν χοροίς και άσμασι» .
Στο ίδιο
μήκος κύματος ο Αλέξης Πολίτης λοιδορεί τον «μύθο» του Ζαλόγγου που καταλήγει
σε αστειότητες περί της αγάπης των Ευρωπαίων για τον χορό! Γράφει σχετικά:
«….Ο Χορός του
Ζαλόγγου αποτελεί, μαζί με τις μυθοποιημένες εκδοχές των κλεφταρματολών και των
αλλεπάλληλων εξεγέρσεων κατά των Οθωμανών, το συμπληρωματικό ταίρι του Κρυφού
σχολειού: παιδεία και ανδρεία συνιστούν τα αγκωνάρια κάθε ιδεολογήματος για την
εξαιρετική ελληνική φυλή[3]….»,
για να προχωρήσει ακόμα και στην αμφισβήτηση της Ελληνικότητας των
Σουλιωτών:
«…..Βέβαια οι
υπερασπιστές κι οι προδότες του Σουλίου, όπως κι οι γυναίκες που αυτοκτόνησαν… Αρβανίτες ήταν,
δηλαδή Αλβανοί.[4]…..”
Την ίδια
άποψη ενστερνίζεται και η Βάσω Ψιμούλη η οποία αναφέρει σχετικά
πως «…εν τέλει οι Σουλιώτες γεννήθηκαν Αρβανίτες, έζησαν Σουλιώτες,
πέθαναν Έλληνες»[5].Σύμφωνα όμως με
τους μεγάλους ‘Έλληνες Ιστορικούς μας, τον Παπαρρηγόπουλο, τον Βακαλόπουλο, τον
Σβορώνο κι άλλους οι Σουλιώτες κάνουν την εμφάνιση τους στην περιοχή στις αρχές
του 1600 ως Ρωμιοί Έλληνες -Αρβανίτες ή Ελληνόφωνοι, πάλεψαν ως Έλληνες Ρωμιοί
και πέθαναν ως Έλληνες μετά την κατάληψη του Σουλίου στα 1803. Αποτελούν δε
προπομπούς του έθνους κράτους που σχηματίστηκε λίγο μετά την Εθνική
Παλιγγενεσία του 1821 και μιας Μεγάλης Ιδέας που διατηρήθηκε στους εθνικούς
αγώνες για έναν περίπου αιώνα μετά, μέχρι τα 1922.
Β. Η «Δέσπω»
Αντίστοιχη
προσπάθεια γύνεται να υποβάθμιστεί η ηρωική αντίσταση που προέβαλαν εκείνον τον
Δεκέμβρη του 1803 οικογένειες Σουλιωτών που επέζησαν των
εξοντώσεων, στη Ρινιάσα εκδιωκόμενες από 500 Τουρκαλβανούς του Αλή
Πασά.
Ας δούμε
πρώτα τα γεγονότα:
Η Δέσπω[ ]
ήταν γυναίκα του
Γιωργάκη Μπότση, που σκοτώθηκε στο Σούλι. Απορφανεμένη
και ξεσπιτωμένη καθώς βρέθηκε μετά τη συνθηκολόγηση, η Δέσπω πήρε τη
φαμίλια της και τ’ άρματά της και τράβηξε κι’ αυτή τον δρόμο της φυγής. Σαν
έφτασε στη Ρηνιάσα κατέφυγε σε ένα παλιό πύργο [ ] τον πύργο του
Δημουλά, όπως τον έλεγαν. Εκεί η Δέσπω αποφάσισε
ν’ αντισταθεί. Να πέσει σκλάβα στα χέρια τους αμαχητί η καρδιά της δεν το’
λεγε. Σαν τους είδε από μακριά αρματώθηκε κι’ αυτή και οι θυγατέρες της κι’ οι
νυφάδες της, έφραξαν γερά τη σιδερόπορτα του πύργου και πιάσανε από ψηλά τ’
ανοίγματα, μετατρέποντας έτσι τα παράθυρα του πύργου σε πολεμίστρες. Οι Τούρκοι
προσπαθούν να παραβιάσουν την εξώπορτα, οι γυναίκες από πάνω τους ρίχνουν. Σε
λίγο όμως ένα άνοιγμα του μαντρότοιχου τους αφήνει και μπαίνουν στον αυλόγυρο. Οι
γυναίκες εξακολουθούν να τους ρίχνουν. Αυτοί
ορμούν με κραυγές προς τη σκάλα για ν’ ανεβούν στα πάνω δωμάτια, μα πριν
προλάβουν να τις πιάσουν ζωντανές, όπως έλπιζαν, μια θεόρατη λάμψη κι’ ένας
κρότος τρομερός αντήχησε ολόγυρα. Ο κουρνιαχτός τους σώριασε κατάχαμα. Τι είχε
γίνει; Η Δέσπω, αφού αντιστάθηκε ως την τελευταία στιγμή, σύναξε γύρω τις
κόρες, νυφάδες κι εγγόνια, έριξε χάμω όσο μπαρούτι τους είχε
απομείνει κι αφού έστειλε από μακριά χαιρετισμό στο Σούλι, έβαλε φωτιά και
κάηκαν όλοι[6].
Ωστόσο
στο σχετικό της πόνημα η Β. Ψιμούλη εγείρει αμφιβολίες ως προς την
αληθοφάνεια των γεγονότω:
Τον Δεκέμβρη του 1803 δέχτηκαν κι
αυτοί (το γένος Μπότση) αιφνιδιαστική επίθεση από στρατιωτικό σώμα του Αλή.
Εκεί συνέβη και το παραδιδόμενο, επίσης από τον Περραιβό,
ολοκαύτωμα στον πύργο (κούλα) του Δημουλά, όπου οι έγκλειστες γυναίκες του
γένους Γ. Μπότση, με προεξάρχουσα τη σύζυγο του Γ. Μπότση και κόρη Σέχου, τη
Δέσπω, έβαλαν φωτιά στην πυρίτιδα και ανατινάχτηκαν με τα παιδιά τους.
Όσο όμως κι
αν προσπαθούν οι αποδομητές ιστορικοί να αποκαθάρουν την ιστοριογραφία από τις
ανάγκες της εθνικής μυθοπλασίας, τα ίδια τα γεγονότα είναι αρκετά επίμονα και
οδηγούν το εγχείρημα σε απαξίωση. Αδιάψευστη μαρτυρία η αλήθεια που μεταφέρετε
από στόμα σε στόμα των λαϊκών ανθρώπων στα δημοτικά μας τραγούδια που ακόμα
σήμερα μας εξιστορούν πως η «Δέσπω κάνει πόλεμο»:
Ἀχὸς βαρὺς ἀκούγεται
πολλὰ ντουφέκια πέφτουν.
Μῆνα σὲ γάμο ρίχνονται, μῆνα σὲ
χαροκόπι;
Οὐδὲ σὲ γάμο ρίχνονται, οὐδὲ σὲ
χαροκόπι.
Ἡ Δέσπω κάνει πόλεμο μὲ νύφαις
καὶ μ’ ἀγγόνια.
Ἀρβανιτιὰ τὴν πλάκωσε στοῦ
Δημουλᾶ τὸν πύργο.
- Γιώργαινα ρῖξε τ’
ἅρματα, δὲν εἲν’ ἐδῶτὸ Σούλι
ἐδῶ εἶσαι σκλάβα τοῦπασᾶ, σκλάβα τῶν
Ἀρβανίτων.
- Το Σούλι κι ἂν προσκύνησε κι
ἂν τούρκεψεν ὴ Κιάφα
ἡ Δέσπω ἀφέντες
Λιάπηδες δὲν ἔκαμε δὲν κάνει.
Δαυλὶ στὸ χέριν άρπαξε, κόρες καὶ
νύφες κράζει:
Σκλάβαις Τούρκων μὴ ζήσωμε, παιδιὰ
μαζὶ μ’ ἐλᾶτε.
Καὶτὰ φυσέκια ἀνάψανε κι ὅλοι φωτιὰ γενῆκαν[7].
Η σημασία της αποκατάστασης της ιστορικής αλήθεια σήμερα.
Η Ιστορική
συνέχεια του Ελληνισμού κι ο αντιστασιακός του πυρήνας της νεότερης
φάση του που συγκροτείται μετά το 1204 σ έναν συνεχή διμέτωπο αγώνα
κατά των Φράγκων και των Οθωμανών, παρά τις προσπάθειες της αποδομητικής
σχολής, παραμένει αναντίρρητος για την πλειοψηφία των Ελλήνων.
Κι όσο
κι αν το ψεύδος έχει κοντά ποδάρια είναι αυτό το ψεύδος πάνω στο οποίο
επιχειρείται να βασιστούν όλα τα εγχειρήματα επαναπροσέγγισης και φιλίας με
τους δυνάστες μας. Εγχειρήμα στα οποία ομοθυμαδόν προταστούν το ΕΛΙΑΜΕΠ, τα
κυρίαρχα Μέσα Ενημέρωσης, έγκριτοι δημοσιογράφοι και οικονομικοί παράγοντες,
επικαλούμενοι σήμερα την διακήρυξη των Αθηνών που εγκαινιάζει δήθεν μια νέα
σελίδα στις Ελληνο-τουρκικές σχέσεις, την ώρα που ο Τουρκικός στρατός κατοχής
παραμένει στην Βόρεια Κύπρο, το casus belli είναι σε ισχύ στο Αιγαίο, όπως
άλλωστε και το Τουρκο-λυβικό Μνημόνιο, η Γαλάζια Πατρίδα κοκ.
Είναι τα
ίδια ψεύδη που έχουν καλλιεργήσει στην Ήπειρο τα τελευταία χρόνια
την άποψη περί της φωτισμένης δεσποτείας του Αλή Πασά στα χρόνια του
οποίου τα Γιάννενα αποτέλεσαν «μια νέα Αθήνα»[8], καθιστώντας τον
σφαγέα επίκεντρο του εορτασμού των 200ων χρόνων από την
Ελληνική Επανάσταση στο Δήμο Ιωαννιτών και όχι τους Σουλιώτες! Και είναι αυτή η
πραγματικότητα που επιτρέπει στον Αλβανό πρωθυπουργό να εξυφαίνει το σχέδιο του
για απομάκρυνση της Ελληνικής μειονότητας της Β. Ηπείρου και την κάμψη του έτερου
συμβόλου εθνικής ανάστασης μετά τον Σούλι, την Χιμάρα, καταπατώντας κάθε έννοια
διεθνούς δικαίου με την φυλάκιση και την στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων του
Φρεντυ Μπελέρυ, ως νόμιμα εκλεγμένου Δημάρχου των Χειμαρριωτών.
Είναι εν
τέλει τα ίδια ψεύδη που νομιμοποιούν το εγχείρημα του ιδρύματος Ζογγολόπουλου
ν’ αναδείξει το Ζάλογγο ως τοπόσημο θυσίας των γυναικών λόγω της
ανδροκρατούμενης καταπίεσης, αναπαράγοντας έτσι την ατζέντα του wokισμού που
έχουν υιοθετήσει τα μεγαλύτερα πολιτιστικά ιδρύματα της χώρας, με
αποκορύφωμα αυτό του Ιδρύματος Ωνάση. Ατζέντα που φαίνεται πως
συνάδει άμεσα με τις πρόσφατα υπογραφείσες συμφωνίες Ελλάδας Τουρκίας στους
τομείς της Παιδείας και του Πολιτισμού.
Όμως αυτά τα
ψέματα όσα πρόσκαιρα οικονομικά οφέλη κι αν επιφέρουν με την Τουρκία
ή την γειτονική Αλβανία, δεν αποτελούν παρά εκφάνσεις της μεταπολιτευτικής
παρακμής μας που αν δεν την υπερβούμε εκσυγχρονίζοντας την αντιστασιακή μας
παράδοση, θα επιταχύνουμε απλώς την ολοκληρωτική υποταγή μας στον
ελαύνοντα νέο-οθωμανισμό.
23.12.2023
Νίκος Ντάσιος
Phd Τμήματος Κοινωνιολογίας Παντείου Παν/μιου
Μέλος εκδοτικής ομάδας περιοδικού ΑΡΔΗΝ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου