- Οι συνεταιρισμοί ως δομικό
αντιστασιακό στοιχείο του Ελληνικού Έθνους μέχρι την παλιγγενεσία
Στην ιστορική διαχρονία του
Ελληνισμού οι συνεταιρισμοί αποτελούν την κυρίαρχη μορφή οικονομικής οργάνωσης,
βασισμένοι στην κοινοτική και πνευματική παράδοση της Ορθοδοξίας που συμπυκνώνουν
τον «αντιστασιακό χαρακτήρα του Έθνους μας». Ο διμέτωπος αγώνας κατά της
Δυτικής αποικιοκρατίας και των Τούρκων κατακτητών έκρινε μεταξύ άλλων και την εξέλιξη
της ανάπτυξης των συνεταιρισμών στον τόπο μας.
Ενδεικτική περίπτωση συνεργατισμού
τα Αμπελάκια της Θεσσαλίας που από το 1770 –δηλαδή πολύ πριν από το 1844 οπότε εμφανίζονται
οι Σκαπανείς του Ροτσντειλ-δημιουργήθηκε η περίφημη Συντροφιά/Αδελφότητα εμπόρων
και βαφειάδων, με αντικείμενο την κατεργασία και την βαφή νημάτων με πρώτη ύλη
το φυτό Ριζάρι (που εισάγονταν από την Σμύρνη και αλέθονταν σε τοπικούς μύλους)
και το βαμβάκι από την περιοχή του Τυρνάβου. Η Συντροφιά των Αμπελακίων
λειτούργησε σαν πρότυπος προ-καπιταλιστικός συνεταιρισμός για περισσότερο από
30 χρόνια μ’ ένα δίκτυο εμπορικών δραστηριοτήτων που εκτείνονταν από το Λονδίνο
μέχρι την Κων/πολη. Η πρωτοτυπία έγκειται στο ότι η λειτουργία του βασιζόταν σε
Γενική Συνέλευση ενώ από τα έσοδα της δραστηριότητας, αφού αφαιρούνταν οι φόροι
για τους Τούρκους, δίνονταν χρήματα για
την κάλυψη των προνοιακών δομών της κοινότητας: σχολείων, εκκλησιών, περίθαλψης
αρρώστων και φτωχών. Με το αποθεματικό του συνεταιρισμού ιδρύθηκε πρότυπη σχολή,
το «Ελληνο-μουσείο» στην οποία δίδαξαν προσωπικότητες όπως ο Ευγένιος
Βούλγαρης, ο Κούμας κα.
Οι συντεχνίες αποτελούν την
οικονομική έκφραση του «Κοινοτισμού» ως τρόπου των Ελλήνων να ξεφύγουν από την
βαριά φορολογία των Τούρκων και των κοτζαμπάσηδων και τις συναντάμε-εκτός των
Αμπελακίων-, στη Μοσχόπολη της Β. Ήπειρο (1500-1769), στα Μαδεμοχώρια της
Χαλκιδικής, στους αμπατζήδες και στις κομπανίες των εμπόρων της Φιλιππούπολης
από το 1685, στα Μαστιχο-χωρια της Χίου, στους συντροφο-ναύτες των ναυτικών κοινοτήτων
σε Ύδρα-Σπέτσες και Ψαρά, στα «εσνάφια» των μαστόρων στα Γιάννενα και στην
Κων/πολη. Τα παραπάνω αποτελούν κατά βάση συνεταιριστικές απόπειρες παραγωγικής
συγκρότησης των Ελλήνων που εντείνονται από το 1699 (μετά την συνθήκη του
Κάρλοβιτς) έως και την περίοδο της επανάστασης του 1821 που οδήγησαν στην ανάπτυξη της ορεινής μανιφακτούρας , με
κέντρο τα ορεινά χωριά της Β. Ελλάδας και το εμπόριο των ναυτικών στα Νησιά του
Ιονίου (Ζάκυνθος –Κεφαλονιά & Γαλαξίδι)και μετέπειτα στο Αιγαίο (Ύδρα
–Σπέτσες – Ψαρά –Χίος). (Καραμπελιας Γ:
Μια Υπονομευμένη Άνοιξη, Στις ρίζες της Οικονομικής εξάρτησης)
Η ανακοπή της τάσης αυτής σχετίζεται με την
μακρά πορεία του Επαναστατικού Αγώνα του 1821 και τις δολιχοδρομίες που
οδήγησαν στην διαμόρφωση του Ελληνικού οικονομικού μεταπρατισμού τον 19ο αιώνα
με βασικές αιτίες την οικονομική εξάρτηση από το Δάνειο των Άγγλων και την
επικυριαρχία τους ως ναυτική δύναμη στην Μεσόγειο, την πολιτική εξάρτηση από
τους Βαυαρούς και τη δρομολόγηση της εξαρτημένης ανάπτυξης της πρωτεύουσας των
Αθηνών εις βάρος των παραγωγικών πόλεων της Ελληνικής περιφέρειας.
- Η επέκταση των συνεταιρισμών στην
περίοδο των κρίσεων της καπιταλιστικής ανάπτυξης.
Στο Δυτικό κόσμο η δυναμική των
συνεταιρισμών εντείνεται σε περιόδους κρίσεων του καπιταλιστικού συστήματος, ως
απάντηση των πιέσεων των εργατικών και λαϊκών στρωμάτων. Στα 1860 ο Raiffeisen αντιμετώπισε
την επισιτιστική κρίση των αγροτικών οικογενειών με τον σχεδιασμό ενός νέου
τύπου αποταμιευτικών και πιστωτικών συνεταιρισμών, εδραιώνοντας την ιδέα της αγροτικής συνεταιριστικής
Τράπεζας.
Την περίοδο της Μεγάλης Ύφεσης
της δεκαετίας του 1930 στις ΗΠΑ, δημιουργείται μια συνεταιριστική Τράπεζα, η
Ομοσπονδιακή Πιστωτική Ένωση, για να εξασφαλίσει πιστώσεις σε πολίτες με
λιγοστούς πόρους ενώ, κατά την ίδια περίοδο, οι συνεταιρισμοί ηλεκτρικής
ενέργειας και τηλεπικοινωνιών συντέλεσαν στον μετασχηματισμό της αγροτικής οικονομίας.
Την δεκαετία του 1960 το συνεταιριστικό κίνημα κατοικίας στην Νέα Υόρκη στέγασε
επιτυχώς 27.000 οικογένειες, θύματα κατασχέσεων λόγω αθέτησης καταβολής των φόρων.
Από τις αρχές του ‘70 στην Δυτική
Ευρώπη και στις ΗΠΑ ξεκινάει μια θεμελιώδης αναδιάρθρωση, με την μετατόπιση της
βιομηχανικής παραγωγής σε χώρες χαμηλού εργατικού κόστους, ως απάντηση του
Κεφαλαίου στις εξεγέρσεις των εργατών στην αλυσίδα παραγωγής, η οποία
ολοκληρώνεται πολιτικά με τον νέο-φιλελευθερισμό των Ρήγκαν και Θάτσερ και την
παγκοσμιοποίηση της δεκαετίας του ‘90. Η αρχική απάντηση των εργαζομένων και
των ανέργων σ’ αυτό το κύμα αποβιομηχάνισης και τριτογενοποίησης της παραγωγής,
ήταν ένα μαζικό κύμα εξαγορών μέσω των συνεταιρισμών εργαζομένων, με στόχο την
αντιμετώπιση των απωλειών θέσεων εργασίας. Ίσως το πιο αποτελεσματικό νεότερο εγχείρημα
στην αντιμετώπιση της ανεργίας ήταν το Φιλανδικό συνεταιριστικό κίνημα με την
σύσταση 1.200 συνεταιρισμών εργαζομένων στις αρχές της δεκαετίας του ‘90, όταν
η πτώση του Σοβιετικού συστήματος εκτόξευσε την ανεργία σε ποσοστά άνω του 20%
στην χώρα.
Το παράδειγμα του Μοντραγκόν
αποτελεί το πιο ολοκληρωμένο συνεταιριστικό μοντέλο οργάνωσης στη χώρα των
Βάσκων, που κλείνει την 6η δεκαετία λειτουργίας του έχοντας
σημειώσει υψηλές επιδόσεις παραγωγής σε μια τεράστια γκάμα βιομηχανικών
προϊόντων με πάνω από 70χιλ. εργαζόμενους, ενώ διαθέτει συνεταιριστικές
Τράπεζες, Πανεπιστήμια και θυγατρικές σε όλες της Ηπείρους.
Το συνεταιριστικό μοντέλο των
Τραπεζών αποτελεί την βιώσιμη προοπτική στη σημερινή κρίση του Χρηματιστηριακού
καπιταλισμού που πλήττει τις μεγάλες συστημικές Τράπεζες της Δύσης. Μόνο στην
Ευρώπη βρίσκονται σε λειτουργία 4.200 τοπικές συνεταιριστικές Τράπεζες κατέχοντας
το 20% του μεριδίου της αγοράς με 45 εκατ. καταθέτες. Ορισμένες από τις
μεγαλύτερες τράπεζες στον κόσμο είναι συνεταιριστικές, όπως η Ολλανδική Rabobank που
έχει βαθμολογηθεί ως η Τρίτη ασφαλέστερη τράπεζα παγκοσμίως (Νίκος Ντάσιος: Κοινωνική Οικονομία Θεωρία
Εμπειρία και προοπτικές). Η αντοχή των συνεταιριστικών Τραπεζών στην κρίση,
εξηγείται από το ότι τα χρήματα ανακυκλώνονται μεταξύ αποταμιευτών και δανειοληπτών
χωρίς να λαμβάνει άλλος μερισματούχος υψηλό κέρδος. Ταυτόχρονα διασφαλίζουν,
μέσω των σταθερών επιτοκίων, επενδύσεις που στηρίζουν την τοπική ανάπτυξη, την
παραγωγική ανασυγκρότηση και την προστασία των «κοινών», που εν τέλει ενισχύουν
το τοπικό εισόδημα και την αποταμίευση.
Στον αναπτυσσόμενο κόσμο, η έκταση
του συνεταιριστικού-εναλλακτικού τομέα είναι ακόμα μεγαλύτερη. Στο Μπανγκλαντές,
η Granmeen Bank δανείζει με πολύ χαμηλά επιτόκια τους αγρότες στην κατεύθυνση
μιας οικολογικά βιώσιμης αγροτικής παραγωγής ενώ στην Ινδία, κάθε ένα σχεδόν
από τα 600.000 χωριά διαθέτει κάποια μορφή συνεταιρισμού. (Καραμπελιάς Γ.: Στα Μονοπάτια της Ουτοπίας)
Οι 200 empresas recuperadas (ανακτημένες
επιχειρήσεις) από τους συνεταιρισμούς εργαζομένων στην Αργεντινή στις αρχές του
2000, ήταν η πιο αποτελεσματική παρέμβαση στην κατάρρευση του βιοτικού επιπέδου
των εργαζομένων από τα μέτρα που
εισήγαγε το ΔΝΤ στη χώρα, για την αντιμετώπιση της κρίσης χρέους.
Μολονότι ότι ο Τρίτος τομέας στην ιστορική του
εξέλιξη αποτέλεσε την απάντηση των εργατικών και κοινωνικών κινημάτων στις
απειλές της εξαθλίωσης τους, με τελευταίους σταθμούς τις εναλλακτικές
επιχειρήσεις μετά το Μάη του ‘68 και τα κινήματα κατά της παγκοσμιοποίησης, το
καπιταλιστικό σύστημα επιχειρεί κατά την πάγια τακτική του να τον ενσωματώσει.
Η Ε.Ε διακηρύσσει το μοντέλο της κοινωνικής
οικονομίας της αγοράς και την κοινωνική
επιχειρηματικότητα, που δύσκολα διακρίνονται από την κερδοσκοπική
επιχειρηματικότητα, με χρηματοδότηση που στον σύνολο των 27 χωρών της Ένωσης
δεν ξεπερνάει τα 200.000.000 €.
2.1 Στην Ελλάδα
Στις αρχές του 20ου
αιώνα στην χώρα μας, υπό την δυναμική του αγροτικού κινήματος που πάλευε για
την διανομή της γης, που στο μεγαλύτερο μέρος βρισκόταν υπό την κατοχή των
τσιφλικάδων, και εναντίον των τοκογλύφων, το κράτος αναγκάστηκε να προχωρήσει
στην πρώτη θεσμική ρύθμιση των συνεταιρισμών με τον Ν. 602/1914, θέτοντας
μεταξύ άλλων την Εθνική Τράπεζα ως πιστωτή και εγγυητή για την κάλυψη των κεφαλαιουχικών
αναγκών των αγροτών. Στα 1909- ιδρύεται η Συνεταιριστική Τράπεζα Λευκονίκου
στην Κύπρο – μετέπειτα Τράπεζα Κύπρου- για ν’ αντιμετωπίσει τη βαριά φορολογία που
επέβαλαν στους αγρότες οι Άγγλοι, που υποκατέστησαν τους Οθωμανούς από το 1878
στη μεγαλόνησο. (Κλήμης Αρ.: Οι
Συνεταιρισμοί στην Ελλάδα)
Μέχρι τον Δεύτερο Παγκόσμιο
Πόλεμο οι συνεταιρισμοί παρουσίασαν εκθετική εξέλιξη, συμβάλλοντας καθοριστικά
στην επέκταση των αγροτικών εκμεταλλεύσεων αλλά και στην αποκατάσταση των
προσφύγων της Μικρασιατικής καταστροφής. Εκτός της παραγωγικής τους
δραστηριότητας οι συνεταιρισμοί ανέπτυξαν έντονη πολιτική δράση, συμβάλλοντας
στην εκλογή βουλευτών αλλά και στην ανάδειξη ηγετών όπως ο Γαβριηλίδης, Γ.Γ. του Αγροτικού Κόμματος. Μεγάλη ήταν η συμβολή
των συνεταιρισμών την περίοδο τηςΓερμανικής κατοχής, με χαρακτηριστική
περίπτωση την αποτροπή, με την χρήση διπλών βιβλίων, της επίταξης 11.000 τόνων
σιτηρών, τα οποία προμήθευσαν στους αντάρτες της αντίστασης. Αντίστοιχα, στην
Κύπρο οι καταναλωτικοί συνεταιρισμοί έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην αντιμετώπιση
της ανθρωπιστικής κρίσης που προκάλεσε η Τουρκική εισβολή το ‘74.
2.1.1 Μεταπολίτευση: Από την διάλυση των Συνεταιρισμών
στην Κοινωνική Οικονομία
H μεγάλη ήττα και
ανατροπή αυτής της μακραίωνης συνεταιριστικής παράδοσης έγινε στην περίοδο της
Μεταπολίτευσης. Παρά την Κοινωνική και Δημοκρατική πρόοδο των πρώτων χρόνων
αυτής της περιόδου, η Ελλάδα σταδιακά μετετράπη σε παράσιτο του δυτικού κόσμου,
λόγω συρρίκνωσης της παραγωγικής βάσης, η οποία έκτοτε προσδιορίζεται από τα
υψηλά ποσοστά υπηρεσιών και τις εισαγωγές καταναλωτικών προϊόντων –ακόμα και
αγροτικών-. Ο Ν. 1541/1985 εισήγαγε το
Αγγλικό Δίκαιο στον διορισμό των διοικήσεων των Συνεταιρισμών από το κράτος, καθιστώντας
τους το μακρύ χέρι του «Κράτους των Κομμάτων» οδηγώντας τους σε εξάρτηση και,
εν τέλει, σε μαρασμό. Ελάχιστες είναι οι εξαιρέσεις, όπως ο Συνεταιρισμός του
Βελβεντού που άντεξε ακριβώς επειδή διατήρησε την παραγωγική του βάση, την
κοινωνική συμμετοχή και την αυτονομία στον τρόπο εκλογής μελών στο Δ.Σ από τις
Γενικές Συνελεύσεις των παραγωγών.
Θα περίμενε κανείς ότι η κρίση
που έπληξε την χώρα και η υπαγωγή της στον έλεγχο τουΔΝΤ και της Τρόικας θ’
αποτελούσε το έναυσμα για την δομική ανασυγκρότηση του τομέα σύμφωνα με την
εγχώρια και διεθνή παράδοση. Δεν συνέβη όμως κάτι τέτοιο γιατί δεν τέθηκε ποτέ
ως συλλογικό πρόταγμα η αντιμετώπιση της βασικής παθογένειας του Ελληνικού
Αναπτυξιακού Μοντέλου που οδήγησε στην κρίση και στην χρεοκοπία: του
παρασιτισμού. Τα προγράμματα διάσωσης καθ’ υπόδειξη των δανειστών και με την
συναίνεση του εγχώριου πολιτικού προσωπικού, επικεντρώθηκαν αποκλειστικά στην
περιστολή των δαπανών και στην αύξηση των φόρων πλήττοντας αποκλειστικά τα
μικρο-μεσαία και μικρο-ιδιοκτησιακά στρώματα απλά για να διασφαλιστεί η αποπληρωμή
των δανειακών υποχρεώσεων της χώρας στα συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα.
Στις αρχές της κρίσης του 2010,
σε συνδυασμό με το κίνημα των αγανακτισμένων στις πλατείες, αναπτύχθηκε ένα
σύνολο κοινωνικών πρωτοβουλιών που δυστυχώς ανασχέθηκαν και υπονομεύτηκαν
πολιτικά με την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία. Πρωτοβουλίες επιστροφής ανθρώπων
στην ύπαιθρο από τα αστικά κέντρα –που ξεπέρασαν τις 60χιλ-, κινημάτων
παράκαμψης των μεσαζόντων, αστικοί λαχανόκηποι, τοπικά-εναλλακτικά νομίσματα,
κοινωνικά ιατρεία/φροντιστήρια/φαρμακεία, ανταλλαγές χωρίς χρήματα, αυτό-διαχειριζόμενα
πολιτιστικά εγχειρήματα κοκ. Σημαντική ήταν παράλληλα η δραστηριότητα της
εκκλησίας στην αντιμετώπιση της ακραίας φτώχειας, η οποία μόνο το 2011 παρείχε
καθημερινή τροφή σε πάνω από 250.000 πληττόμενους από την κρίση.
Το μέγεθος της ανάσχεσης που
προκάλεσε η ανάθεση στο πολιτικό προσωπικό που ανέλαβε την διακυβέρνηση της
χώρας το 2015, με σύνθημα την έξοδο από τα Μνημόνια και την επιστροφή στην
περίοδο της παρασιτικής ευμάρειας, αποτυπώνεται στην σημερινή έκταση και
δυναμική του τομέα της Κοινωνικής Οικονομίας, παρά και τις δύο θεσμικές
ρυθμίσεις με τους Ν 4019/2011 και 4430/2016 κατ εφαρμογή των Ευρωπαϊκών Οδηγιών
[1].
Από την Ετήσια έκθεση του 2017
του Υπ. Εργασίας προκύπτει ότι, μόλις 847 φορείς Κοινωνικής Οικονομίας
παραμένουν ενεργοί στο Μητρώο της Κοινωνικής Οικονομίας μέχρι το τέλος του 2016
με 813 εργαζόμενους (1 ανά επιχείρηση κατά μέσο όρο), εκ των οποίων 224 ανήκουν
στις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες. Ο Τομέας παρουσιάζει ζημιογόνο συνολικό κύκλο
εργασιών αφού τα έξοδα των φορέων του υπερβαίνουν στο σύνολο τους κατά 166 χιλ €
τα συνολικά έσοδα κατά την ίδια περίοδο.
Οκτώ χρόνια μετά την πρώτη
εμφάνιση της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας και του θεσμού των ΚΟΙΝΣΕΠ,
18 χρόνια από την έναρξη λειτουργίας κοινωνικών συνεταιρισμών (ΚΟΙΣΠΕ) του Ν.
2716/1999 αλλά και των πρώτων πολιτικών πρωτοβουλιών της τότε ηγεσίας του Υπ.
Εργασίας καιτο πεδίο παραμένει στάσιμο και σε πλήρη αναντιστοιχία με τις
τρέχουσες κοινωνικές ανάγκες.
Από τα 60 εκατ. των συγχρηματοδοτούμενων
πόρων που ήταν δεσμευμένοι για την στήριξη του τομέα στην περίοδο 2014-2020, έχουν
δαπανηθεί περί τα 7 εκατ. € για μισθοδοσίες και λειτουργικά έξοδα των αρμόδιων
Υπηρεσιών των Υπουργείων και σε απευθείας αναθέσεις για την διοργάνωση συνεδρίων
και εκδηλώσεων, αλλά ελάχιστα για τους φορείς της Κοινωνικής και Αλληλέγγυας
Οικονομίας ΚΑΛΟ. Αποτέλεσμα, η ανάδειξη ενός τομέα επισφαλούς εργασίας, με
ανασφάλιστους εργαζόμενους υπό το κάλυμμα του εθελοντισμού και της
συμμετοχικότητας.
Βασικές θεσμικές ρυθμίσεις όπως αυτές στον πτωχευτικό κώδικα ή για την εγγυοδοσία
του συστήματος των μικρο-πιστώσεων, παραμένουν σε εκκρεμότητα λόγω υπερίσχυσης
των Μνημονιακών δεσμεύσεων. Ο περιφερειακός και ο τοπικός σχεδιασμός αποτελεί ζητούμενο
θέτοντας εν αμφιβόλω την αποτελεσματικότητα της λειτουργίας των περιφερειακών
δομών στήριξης των Κοινωνικών Επιχειρήσεων.
Στο πεδίο των αγροτικών
συνεταιρισμών η κατάσταση είναι ακόμα χειρότερη με ποιο ενδεικτική την
περίπτωση του κλεισίματος και της εξαγοράς της Συνεταιριστικής ΔΩΔΩΝΗΣ από τον
ιδιοκτήτη της Τουρκικής Coca
–cola, γεγονός που
επέφερε μεγάλο πλήγμα στην τιμή της αγοράς των γαλακτοκομικών μας προϊόντων. Από
το Εθνικό Μητρώο Αγροτικών Συνεταιρισμών, σε συνέχεια της εφαρμογής του Ν
4384/2016, προκύπτει ότι, από τους 6.770 εν ενεργεία συνεταιρισμούς περίπου 500
έχουν καταθέσει πλήρη φάκελο και μόλις 146 έχουν κύκλο εργασιών πάνω από 1 εκατ
€ ενώ 2.100 οδεύουν σε οριστική διαγραφή, όντας ανενεργοί για περισσότερα από 3
χρόνια. (Δίκτυο ΚΑΠΑ) Οι Ενώσεις
Αγροτικών Συνεταιρισμών με τεράστια ανοίγματα στις Τράπεζες, αδυνατούν ν’
ανταποκριθούν στις επιπρόσθετες φορολογικές υποχρεώσεις των Μνημονίων (όπως ΕΝΦΙΑ
ακίνητης περιουσίας), με τα συνολικά χρέη να υπερβαίνουν τα 7δις €. Ελάχιστες
είναι η εξαιρέσεις που, δυστυχώς, δεν αποτελούν πρότυπα για την προώθηση ενός
ουσιαστικού εκσυγχρονισμού στο χώρο των συνεταιρισμών: Βελβεντός, Άγιος
Αθανάσιος Δράμας, Ζαγοράς Πηλίου.
Όμως, το σημαντικότερο πρόβλημα
αφορά στο αξιακό επίπεδο των σημερινών Ελλήνων. Σύμφωνα με έρευνα του World Values Survey (2018), 9 στους 10
Έλληνες διαφωνούν
με την άποψη ότι «οι περισσότεροι άνθρωποι είναι άξιοι εμπιστοσύνης» όταν στη Δανία το αντίστοιχο ποσοστό
είναι μόλις το 34%. Η καχυποψία και η ανυποληψία των ΜΚΟ, που ανέρχεται στο 40%
των Ελλήνων, είναι το αποτέλεσμα του μονοδιάστατου δικαιωματισμού και της αδιαφανούς χρηματοδότησης από τα υπερεθνικά
κέντρα στήριξης της παγκοσμιοποίησης, με συνακόλουθη την διαφθορά και τον
έλεγχο των στελεχών τους. Ανυποληψία που εκτινάχθηκε ακόμα περισσότερο από τον
ρόλο που αυτές έπαιξαν στην διαχείριση της μεταναστευτικής κρίσης, αναδεικνύοντας
έναν ιδιότυπο κρατικό εθελοντισμό,
που εγείρει σοβαρά ζητήματα κακοδιαχείρισης και κατασπατάλησης πόρων και που
ερευνούνται από την Ευρωπαϊκή OLAF.
- Το συνεταιριστικό κίνημα στην πρόσφατη
μεγάλη ύφεση και κρίση του Δυτικού Κόσμου
Το αναπτυξιακό μοντέλο που
προσδιορίστηκε από την Βιομηχανική Επανάσταση βρίσκεται σε δομική κρίση. Τόσο ο
Κρατισμός και η γραφειοκρατία του Σοβιετικού μοντέλου όσο και ο φιλελεύθερη Δυτική
οικονομία της αγοράς υπονομεύουν τα οικολογικά και ανθρωπολογικά όρια του
πλανήτη μέσα από την συνεχή μεγέθυνση και την λεηλασία των φυσικών πόρων. Η
κρίση του 2008 σηματοδοτεί το προεόρτιο μιας παγκόσμιας αναδιανομής της
οικονομικής και πληθυσμιακής ισχύος από τη Δύση, στην Ασία και στην Αφρική για
πρώτη φορά στην ιστορία του δυτικού κόσμου. Ο Συνεταιριστικός Τομέας που
καθορίζεται από τις 7 βασικές αρχές, την ανοιχτή-εθελοντική συμμετοχή, τον
Δημοκρατικό έλεγχο, την οικονομική συμμετοχή των μελών, την αυτονομία, την
εκπαίδευση και κατάρτιση, την αλληλο-συνεργασία και την μέριμνα για την
Κοινότητα, μπορεί να συμβάλλει στην επανα-θεμελίωση της σχέσης οικονομίας –
παραγωγής και κοινωνίας. Αποτελεί δε την μοναδική δυνατότητα συλλογικής
απάντησης του Δυτικού Κόσμου στην κρίση της ανταγωνιστικότητας των πολυεθνικών
εταιριών από το χαμηλό κόστος παραγωγής στις αναπτυσσόμενες οικονομίες. (Edgar Parnel: Η επανεφέυρεση των συνεταιρισμών-
επιχειρήσεις για τον 21ο
αιώνα)
Οι Τεχνολογίες της Πληροφορικής
και της Επικοινωνίας αναδεικνύουν μια νέα δυνατότητα πρόσβασης σε ελεύθερα
λογισμικά προγράμματα σε μικρούς και ανεξάρτητους παραγωγούς που με την χρήση
των τρισδιάστατων εκτυπωτών θα είναι σε θέση, αποκεντρωμένα και σε μικρή
κλίμακα, να παράγουν οι ίδιοι προϊόντα ευρείας κατανάλωσης, μηχανήματα ή και
ενεργειακά συστήματα προσαρμοσμένα στις ανάγκες της τοπικής παραγωγής και
κατανάλωσης. Η μαστορική τέχνη
–στοιχείο της Ελληνικής παραγωγικής ιδιοπροσωπίας- βρίσκει μια νέα δυνατότητα
πραγμάτωσης στο νέο μοντέλο της ομότιμης παραγωγής, όπου ο καθοριστικός
παράγοντας θα είναι αυτός της πρόσβασης στους ελεύθερους πόρους που ελέγχουν
σήμερα οι πολυεθνικές εταιρίες της πληροφορικής και της ενέργειας. (Ρακάς Γ.: Οικόπεδο και αποικία, Η Ελλάδα στο
τέλος της Μεταπολίτευσης)
Στον αγροτικό-διατροφικό τομέα η
κατεύθυνση παραγωγής ποιοτικών-βιολογικών προϊόντων σε τοπική κλίμακα θα
μπορούσε να συνδυαστεί με μέτρα όπως η παραχώρηση αγροτικής γης σε νέα ζευγάρια,
η αξιοποίηση του μη χρησιμοποιούμενου παραγωγικού εξοπλισμού των χρεοκοπημένων
αγροτικών ενώσεων, σε συνδυασμό με κίνητρα μετεγκατάστασης, συντελώντας
επιπλέον στην αντιμετώπιση του
εκρηκτικού προβλήματος της δημογραφίας μέσω της αποκέντρωσης. Η στοχευμένη
εκπαίδευση σε συνδυασμό με εναλλακτικά χρηματοδοτικά εργαλεία σε επίπεδο κοινοτήτων
θα βοηθούσε ώστε οι αγροτικοί συνεταιρισμοί και οι ομάδες παραγωγών ν’
αποκτούσαν έναν ουσιαστικό ρόλο στην ανάταξη του πρωτογενούς τομέα.
Τα μεγάλα πολιτιστικά κοιτάσματα της
χώρας θα μπορούσαν ν’ αποτελέσουν την βάση της διεθνούς ανάδειξης και
αναγνώρισης του Ελληνικού πολιτισμού, καθιστώντας την χώρα πνευματικό και
εκπαιδευτικό κέντρο οικουμενικών διαστάσεων. Οι χιλιάδες πολιτιστικοί σύλλογοι,
οι αδελφότητες, οι ομοσπονδίες και συνομοσπονδίες θα μπορούσαν να συνδυάσουν
την κοινωνική τους προσφορά με την κοινωνική επιχειρηματικότητα ωθώντας σε μια
διαφορετική κατεύθυνση τον μαζικό
τουρισμό.
Μοντέλα εταιριών λαϊκής βάσης θα
μπορούσαν, κατά τα επιτυχημένα διεθνή παραδείγματα, να προταθούν για την
διαχείριση υπό κοινωνικό έλεγχο, δημόσιων μέσων μεταφοράς, σιδηροδρόμων ακόμα
και πολύτιμων φυσικών πόρων όπως αυτού του νερού. Σύλλογοι μηχανικών και
αρχιτεκτόνων θα μπορούσαν να πρωτοστατήσουν σε προγράμματα ανάπλασης και
αξιοποίησης παλαιών και μη εκμεταλλεύσιμων κτηρίων αντιμετωπίζοντας το οξυμένο
πρόβλημα των αστέγων αλλά και την δημιουργία κοινωνικών και πολιτιστικών κέντρων.
Συνεργατικά σχήματα θα αναλάμβαναν την ανακαίνιση των σπιτιών, την ενεργειακή
εξοικονόμηση, την τοποθέτηση ΑΠΕ μικρής κλίμακας και την αντισεισμική προστασία,
ανακουφίζοντας τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς. Εκπαιδευτικά προγράμματα
για την σπουδαία αρχιτεκτονική παράδοση, τους παραδοσιακούς τρόπους χτισίματος όπως
η χρήση πέτρας στα περίφημα γεφύρια ή στις ξερολιθιές θα έπρεπε να αποτελούν επιτυχημένα
παραδείγματα δια βίου μάθησης και επαγγελματικής εκπαίδευσης στην κατεύθυνση
της αναγέννησης των έρημων ορεινών χωριών.
Η ανακύκλωση, η
επαναχρησιμοποίηση και η επιδιόρθωση θα έπρεπε να οργανωθούν σε επίπεδο
γειτονιάς με την ενεργοποίηση των οικολογικών ομάδων, συμβάλλοντας στην
εξοικονόμηση πόρων, στην αντιμετώπιση της περιβαλλοντικής κρίσης και στην
δημιουργία πραγματικών θέσεων εργασίας στο πλαίσιο της «κυκλικής οικονομίας».
Το νέο οικονομικό μοντέλο θα
είναι αναμφίβολα «υβριδικό» συνδυάζοντας την ελεύθερη αγορά, την κρατικής
υποστήριξης των υποδομών και των δικτύων, την κοινωνική και συνεταιριστική
οργάνωση και τον νέο κοινοτισμό. Το νέο αυτό μοντέλο αποτελεί την μοναδική
δυνατότητα για την προώθηση ενός σχεδίου αποκέντρωσης και περιορισμού των
γιγαντιαίων αστικών κέντρων, που δοκιμάζουν τις αντοχές του πλανήτη και συμβάλλουν
στην επίταση της κλιματικής αλλαγής.
3.1 Το Εναλλακτικό
οικονομικό-αναπτυξιακό μοντέλο ως πρόταγμα Εθνικής επιβίωσης
Η χώρα μας –με ευθύνη των πολιτικών
που άσκησαν διακυβέρνηση -πορεύτηκε αυτά τα 8 χρόνια των Μνημονίων χωρίς σχέδιο
και στρατηγική για την παραγωγική ανασυγκρότηση και την ανάταξη του
αναπτυξιακού της μοντέλου. Οι πολιτικές για τις ευάλωτες ομάδες τους φτωχούς
και τους ανέργους, που εκτινάχθηκαν τα χρόνια της κρίσης, περιορίζονται στην
επιδοματική πολιτική στο βαθμό της διαθεσιμότητας των Κοινοτικών Πόρων και των
πλεονασμάτων από την βαριά φορολόγηση των μεσαίων στρωμάτων.
Η Κοινωνική Οικονομία και οι νέοι
Αγροτικοί Συνεταιρισμοί προωθούνται σαν μια κακέκτυπη αντιγραφή Δυτικών
προτύπων, αποσυνδεμένοι από την Ελληνική ιδιοπροσωπεία : τον Κοινοτισμό και την
Ορθόδοξη Πνευματικότητα, γι’ αυτό και δεν συνεγείρουν το λαϊκό σώμα.
Για να προωθηθεί ένα νέο μοντέλο
ανάπτυξης με όσα έχουν συντελεστεί κατ’ εφαρμογή των τριών Μνημονίων και των
προγραμμάτων εφαρμογής, απαιτείται ένα νέο κοινωνικό κίνημα από-αποικιοποίησης
της χώρας που θα επαναθέσει την ανάγκη του κοινωνικού ελέγχου στην Δημόσια και
Ιδιωτική περιούσια που έχει ξεπουληθεί. Για παράδειγμα, η λειτουργία των κοινωνικών
συνεταιρισμών των εργαζομένων θα πρέπει να επαναφέρει τις αλλαγές στον Κώδικα
Πολιτικής δικονομίας που κατ εφαρμογή της πρώτης Μνημονιακής υποχρέωσης
εκμηδένισε τις αξιώσεις των εργαζομένων υπέρ των Τραπεζών στην διαδικασία της
αναγκαστικής εκτέλεσης. Θα πρέπει επίσης ν’ αποτρέψει τις πωλήσεις των επιχειρηματικών
δανείων στα distress funds ως απόρροια της απώλειας εθνικού ελέγχου στις διοικήσεις των
Τραπεζών που συντελέστηκε επί διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Η επιχειρηματικότητα στον
τομέα του Πολιτισμού θα πρέπει να ξεκινήσει ως κίνημα διεκδίκησης της παραχώρησης
των Πολιτιστικών μας Μνημείων στο Υπερ ταμείο για τα επόμενα 99 χρόνια! Στον
τομέα των δημόσιων μεταφορών η επιχειρηματικότητα στον Τρίτο τομέα θα πρέπει να
συνδυαστεί με την επαν-ιδιοποίηση του σιδηροδρομικού δικτύου, των λιμανιών και
των αεροδρομίων που εκχωρήθηκαν κοκ.
Η ανάταξη του Τρίτου τομέα της
Οικονομίας θα είναι λοιπόν παράγωγο ενός προτάγματος «δημοκρατικού πατριωτισμού»
που θα δημιουργήσει μια νέα σχέση Πολιτικής και Πολίτη και θα ενώσει τους
Έλληνες πέρα από την παραδοσιακή αντίθεση Αριστεράς- Δεξιάς. Ο τρίτος τομέας θα
μπορέσει να αναπτυχθεί προσδίδοντας προστιθέμενη αξία στο πλαίσιο ενός οράματος
και σχεδίου για την ενδογενή παραγωγική ανασυγκρότηση, την ανάταξη του Κράτους
και της Διοίκησης, της Πνευματικής-πολιτιστικής και εκπαιδευτικής αναγέννησης, της
δημογραφικής ανάκαμψης, της οικολογικής εξισορρόπησης και της κοινωνικής συνοχής.
Θα είναι εν τέλει αποτέλεσμα μιας συλλογικής προσπάθειας «εκσυγχρονισμού της
αντιστασιακής παράδοσης μας» -εξ ου και η επικαιρότητα των ιστορικών εγχώριων
παραδειγμάτων για την εθνική μας επιβίωση στον αιώνα που διανύουμε.
[1]
Οι Κατευθυντήριες Γραμμές για
τους Συνεταιρισμούς (A/56/73) από τον ΟΗΕ, η Σύσταση 193/2002 του Διεθνούς
Γραφείου Εργασίας (ILO) και η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής τις 23-2-2004
COM(2004) 18 τελικό «Σχετικά με την προώθηση των συνεταιριστικών εταιριών στην
Ευρώπη» αναφέρονται στις συνεταιριστικές αρχές για τις οποίες έχουν συμφωνήσει
όλα τα κράτη, και μεταξύ αυτών και η Ελλάδα, να τις εφαρμόσουν στην
συνεταιριστική νομοθεσία τους
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου