Ιστορικό 25ετίας παρουσίασε σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ η αύξηση του δείκτη τιμών καταναλωτή κατά 6,2% τον μήνα Ιανουάριο σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 21, φέρνοντας την ανησυχία για την ακρίβεια στην πρώτη θέση για το 47% του πληθυσμού, σύμφωνα με πρόσφατες δημοσκοπήσεις[1]. Στην αύξηση του τιμαρίθμου συνέβαλαν κατά: 22% η Στέγαση, κυρίως λόγω ανατιμήσεων του ηλεκτρικού ρεύματος, του φυσικού αερίου και του πετρελαίου θέρμανσης αλλά και του κόστους των ενοικίων, 11% οι μεταφορές λόγω αύξησης καυσίμων και των τιμών των αυτοκινήτων, 7% οι αυξήσεις στην ένδυση και υπόδηση και 5,2% η διατροφή λόγω ανατιμήσεων στα δημητριακά, στον καφέ, στο κρέας στα νωπά φρούτα και στα λαχανικά. Το οικονομικό επιτελείο της Κυβέρνησης κάνει λόγο για παγκόσμιο πληθωριστικό φαινόμενο[2] κι αναπόφευκτο εισαγόμενο κύμα ακρίβειας το οποίο ευελπιστεί να ξεπεραστεί με το τέλος της πανδημίας και την ομαλοποίηση εκείνων των παραγόντων που συντέλεσαν στη δημιουργία του την τελευταία διετία.
Στις χώρες της Δύσης από την δεκαετία του 80 ο πληθωρισμός παρουσίασε μια αργή αλλά συνεχή πτωτική πορεία μέχρι 2020 στην οποία συνέβαλαν τόσο οι πολιτικές των κεντρικών τραπεζών όσο και η μείωση του κόστους παραγωγής που επέφερε η παγκοσμιοποίηση. Η έλευση του covid-19 άλλαξε όμως αυτά τα δεδομένα: οι κεντρικές τράπεζες αύξησαν, αγοράζοντας κρατικά ομόλογα, την ποσότητα του χρήματος, προκειμένου τα κράτη να ενισχύσουν το εισόδημα των εργαζομένων σε κλάδους που ανεστάλη η λειτουργία τους καθώς και για την προάσπιση της δημόσιας υγείας. Η αύξηση της ποσότητας χρήματος συνδυάστηκε με την πτώση της παγκόσμιας προαγωγής λόγω του κλεισίματος πολλών εργοστασίων στην Κίνα ή με δυσλειτουργίες στην εφοδιαστική αλυσίδα με πρωτοφανή συσσώρευση εκκρεμών εμπορευματοκιβωτίων στα διεθνή λιμάνια και με την πτώση της παραγωγής καυσίμων λόγο της κατάρρευσης των διεθνών μετακινήσεων. Η σταδιακή επάνοδος στην κανονικότητα έγινε σε συνθήκες υψηλής ζήτησης όπως προκύπτει από την αύξηση των τραπεζικών καταθέσεων αλλά περιορισμένης προσφοράς με αποτέλεσμα την αύξηση των τιμών. Ενδεικτικά στον κλάδο των τροφίμων ένα σημαντικό μέρος των αυξήσεων συνδέεται με τον περιορισμό στις παγκόσμιες σοδειές στο σιτάρι και στον καφέ λόγο ξηρασιών και καυσώνων που έπληξαν τον Καναδά και την Λατινική Αμερική, σε συνδυασμό με την αύξηση του μεταφορικού κόστους. Η αυξήσεις των τιμών των νέων αυτοκινήτων και των Η/Υ σχετίζεται με τα περιορισμένα αποθέματα ημιαγωγών που αποτελούν πρώτη ύλη για τις κάρτες γραφικών και τους εγκεφάλους των κινητήρων σε συνδυασμό με την αυξημένη ζήτηση ηλεκτρικών αυτοκινήτων και εξοπλισμού για τηλε-εργασία, εξ αποστάσεως σχολικά μαθήματα κοκ. Το άλμα στη ζήτηση της ενέργειας όταν οι περιφερειακές οικονομίες επανήλθαν σε λειτουργία, συνδυάστηκε με την απόφαση των παραγωγών χωρών του OPEC+ να διατηρήσουν σε χαμηλά επίπεδα την αύξηση της παραγωγής (με μόλις 400 χιλ βαρέλια τον μήνα) εκτινάσσοντας τις τιμές του Βrent στα 80$ / βαρέλι με ανοδικές τάσεις. Αντίστοιχα η αυξημένη ζήτηση φυσικού αερίου στην Ευρώπη λόγω πολλαπλασιασμού των εργοστασίων ηλεκτροπαραγωγής με φ.α -στο πλαίσιο της στρατηγικής περιορισμού των εκπομπών άνθρακα- και των υψηλών αναγκών για θέρμανση, σε συνδυασμό με τα περιορισμένα αποθέματα, και τις γεωπολιτικές τριβές Δύσης –Ρωσίας (καθυστέρηση της λειτουργίας του Nord Stream 2), οδήγησε σε αλματώδη αύξηση της τιμής του αερίου.
Η Ελληνική Κυβέρνηση επιχειρεί μέσω της επιδοματικής υποστήριξης νοικοκυριών, επιχειρήσεων και αγροτών να ελαφρύνει τις υπερβολικές επιβαρύνσεις των τιμολογίων του ηλεκτρικού ρεύματος και των προμηθειών καυσίμων. Επιδιώκει επίσης την ενίσχυση του διαθέσιμου εισοδήματος προαναγγέλλοντας νέα αύξηση του κατώτατου μισθού από τον Μάιο, κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης από το 23 και μειώσεις φορολογικών βαρών στον ΕΝΦΙΑ και στο φόρο των επιχειρήσεων. Παράλληλα ο φόβος επικείμενου ανόδου των επιτοκίων από τις Κεντρικές Τράπεζες και άρα του κόστους δανεισμού, -με την απόδοση του 10ετούς ομολόγου να ξεπερνάει το 2,5% από 0,5 τον περασμένο Αύγουστο-, την οδηγεί στον στόχο του περιορισμού του ελλείμματος στο 1,4% του ΑΕΠ και στην επιδίωξη της ανόδου επενδυτικής βαθμίδας το 2023[3]. Οι στόχοι αυτοί βάζουν φρένο στα αιτήματα περί μείωσης του ΦΠΑ στα τρόφιμα και στις μειώσεις του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα καύσιμα που ζητάει η αντιπολίτευση[4], ενώ παραμένει ανοιχτό το ενδεχόμενο ενός έκτακτου επιδόματος αλληλεγγύης για την ενίσχυση ευπαθών ομάδων, εφόσον τα φορολογικά έσοδα το επιτρέψουν.
Αυτό όμως που δεν προσεγγίζεται στον δημόσιο διάλογο περί ακρίβειας είναι οι ενδογενείς παράγοντες που την επιτείνουν. Για παράδειγμα οι ολιγοπωλιακές συνθήκες που επικρατούν σε κλάδους όπως τα τρόφιμα, επιτρέπουν κερδοσκοπικά παιχνίδια και συμφωνημένες αυξήσεις τιμών μεταξύ εταιριών με δεσπόζουσα θέση στην αγορά αφού η Επιτροπή Ανταγωνισμού και ο Κρατικός έλεγχος υπολείπονται. Η ενίσχυση του συνεταιριστικού-συνεργατικού μοντέλου, των ομάδων παραγωγών ή η επέκταση των δημοτικών δημοπρατηρίων θα αποτελούσε σημαντικό αντιστάθμισμα στην αισχροκέρδεια επ’ ωφελεία τόσο των καταναλωτών όσο και των εγχώριων παραγωγών. Η ενίσχυση των δημόσιων μεταφορών σε συνδυασμό με συντονισμένες πρακτικές σε τοπικό επίπεδο για την συλλογική χρήση του αυτοκινήτου θα ανακούφιζε από τις επιβαρύνσεις στα καύσιμα ενώ θα περιόριζε και τις εκπομπές CO2.
Ο χρηματιστηριακός καθορισμός της τιμής του φυσικού αερίου από τον Ολλανδικό κόμβο διαπραγμάτευσης (TTF) καθώς και της τιμής της Ηλεκτρικής Ενέργειας από Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας (ρήτρα αναπροσαρμογής), οδηγεί σε υπέρογκες αυξήσεις που δεν μπορούν να αντισταθμιστούν από τις επιδοτήσεις. Η θεσμοθέτηση της διάθεσης Ηλεκτρικής Ενέργειας με διμερή συμβόλαια -εκτός χρηματιστηρίου- , ο δημόσιος έλεγχος του Ελληνικού χρηματιστηρίου ενέργειας και η διαφάνεια στην ενημέρωση των καταναλωτών για διαθέσιμες επιλογές, θα έπρεπε να τεθούν σε προτεραιότητα. Η ενίσχυση των εγχώριων πηγών στο ενεργειακό μείγμα θα πρέπει να συσχετιστεί με την παράλληλη ενεργοποίηση των ενεργειακών κοινοτήτων, της αυτοκατανάλωσης μέσω της σημαντικής επέκτασης της εγκατεστημένης ισχύος στα φ/β στέγης (net metering) και σε αποτελεσματικές πρακτικές εξοικονόμησης ενέργειας στα νοικοκυριά στις επιχειρήσεις.
[1] Πηγή: δημοσκόπηση Marc (https://www.iefimerida.gr/politiki/dimoskopisi-marc-diafora-nd-syriza-105-monades).
[2] Ο ετήσιος πληθωρισμός στη Γερμανία άγγιξε το 5% τον Ιανουάριο ενώ αντίστοιχα στις ΗΠΑ την ίδια περίοδο έφτασε το 7,5%!
[3] Πηγή: «Η ανάγκη επιστροφής στα πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα» Γιάννης Στουρνάρα & «Ο εθνικός στόχος της επενδυτικής βαθμίδας» Αλέξης Πατέλης (προϊστάμενος οικονομικού γραφείου Πρωθυπουργού), εφημερίδα Καθημερινή, 13/02/2022.
[4] Η αμφισβήτηση των αμυντικών δαπανών δήθεν για την αντιμετώπιση της ακρίβειας από μερίδα της αντιπολίτευσης στερείται σοβαρότητας αφού προϋπόθεση για να κάνεις κοινωνική πολιτική είναι να υπάρχουν ελεύθεροι πολίτες και χώρα με κυριαρχία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου