Οι αλλαγές που προωθούνται
Οι τομείς της ενέργειας, των μεταφορών, του κατασκευαστικού τομέα, της νησιωτικής πολιτικής θα τεθούν στο επίκεντρο ευρύτερων μετασχηματισμών για την επίτευξη της κλιματικής ουδετερότητας.
Πιο συγκεκριμένα, ως το 2030 το 70% της τελικά παραγόμενης ενέργειας θα πρέπει να προέρχεται από ΑΠΕ, με σειρά μέτρων όπως πχ διευκολύνσεις των αδειοδοτήσεων, εγκαταστάσεις θαλάσσιων αιολικών πάρκων κλπ. Έως το 2025 όλα τα νέα ταξί σε Αθήνα και Θες/νικη καθώς και το ένα τρίτο των ενοικιαζόμενων οχημάτων θα πρέπει να είναι ηλεκτρικά ή οχήματα μηδενικών ρύπων. Από το 2023 θα ξεκινήσει η απαγόρευση εγκατάστασης καυστήρων πετρελαίου, όπου υπάρχει δίκτυο φυσικό αέριο, με στόχο έως το 2030 να απαγορευτούν σε όλα κτήρια. Με ορόσημο το 2030 οι πιο ρυπογόνες βιομηχανικές μονάδες οφείλουν τον περιορισμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 30%. Έως το 2023 όλες οι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο εταιρίες, οι τράπεζες, οι εταιρίες κινητής τηλεφωνίας, οι εταιρίες ηλεκτρικής ενέργειας κι οι αλυσίδες τροφίμων θα πρέπει να υποβάλλουν δημόσια έκθεση με το ανθρακικό τους αποτύπωμα με έτος αναφοράς το 2022. Θα καταρτιστούν τομεακοί «προϋπολογισμοί άνθρακα» για επτά τομείς δραστηριοτήτων: παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και θερμότητας, μεταφορές, βιομηχανία, κτίρια, γεωργία και κτηνοτροφία, απόβλητα, αλλαγές χρήσεων γης και δασοπονία. Τα «πράσινα νησιά» όπως η Χάλκη, η Τήλος και η Αστυπάλαια θ αποτελέσουν το παράδειγμα προσαρμογής στη χρήση των ΑΠΕ, αφού από το 2030 θα απαγορευτεί η χρήση μαζούτ για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας σ όλα τα νησιά.
Μας αφορά η κλιματική αλλαγή;
Ο Έλληνας πρωθυπουργός θέτει πολύ ψηλά τον πήχη των οικολογικών μετασχηματισμών του αναπτυξιακού μοντέλου της χώρας, προκειμένου να υπάρξει προσαρμογή στους στόχους αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής. Το ζήτημα έχει διττή προσέγγιση.
Η Ελλάδα συμβάλλει μόλις κατά το 0,19% στις παγκόσμιες εκπομπές ισοδύναμων αερίων του θερμοκηπίου με ετήσιες εκπομπές 85.000 kt CO2eq –έναντι 810.000 kt της Γερμανίας-. Η τύχη του πλανήτη δεν εξαρτάται τόσο από την επίτευξη των δικών μας στόχων αλλά κυρίως από τους μεγάλους ρυπαντές όπως η Κίνα με 13 εκατ. Kt CO2eq (30% των παγκόσμιων εκπομπών), οι ΗΠΑ με 6,5εκατ και η Ινδία με 3,3 εκατ[1]. Από την άλλη η χώρα μας υφίσταται ήδη τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής με το κόστος της αποκατάστασης των ζημιών από φυσικές καταστροφές να εκτιμάται στα 500 εκατ. € μόνο για φέτος. Η ανισορροπία στον υδρολογικό κύκλο, που θα επιδεινωθεί εφόσον συνεχιστεί η αύξηση της μέσης θερμοκρασίας, εκτιμάται ότι θα οδηγήσει σε ερημοποίηση τα ¾ των καλλιεργήσιμων εδαφών στην Νότια Ελλάδα ενώ τρείς Ελληνικές πόλεις: η Αθήνα, η Πάτρα και η Καλαμάτα θα καταγράψουν την μεγαλύτερη αύξηση της μέσης θερμοκρασίας τα επόμενα χρόνια[2]. Και το σημαντικότερο, αφορά στην γιγάντωση των μεταναστευτικών ρευμάτων[3] που θα επιβαρύνουν ακόμα περισσότερο την χώρα μας εάν ενταθούν οι φυσικές καταστροφές, υποστούν πλημμυρικά φαινόμενα παραθαλάσσιες πόλεις και καταρρεύσουν παραγωγικά οικοσυστήματα στην Αφρική και στην Μ Ανατολή.
Άρα η εξέλιξη της αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής μας αφορά ακόμα κι αν η αυτή δεν επηρεάζεται τόσο από τις δικές μας επιδόσεις. Ίσως το πιο προβληματικό σημείο των μέτρων που προωθεί η Κυβέρνηση να εστιάζεται στο γεγονός ότι αυτά αφορούν κυρίως τις αναπτυγμένες χώρες και δεν λαμβάνουν υπόψη τα δικά μας ιδιαίτερα χαρακτηριστικά καθώς και τους μεγάλους κινδύνους που εγκυμονούν στην φάση μετάβασης.
Για μια διαφορετική ιεράρχηση
Σε μια εναλλακτική οπτική, προτεραιότητα θα είχε το ζήτημα των επενδύσεων σε δημόσιες υποδομές και μεγάλα αντιπλημμυρικά έργα που θα θωράκιζαν την χώρα από τους φυσικούς κινδύνους . Στο τομέα της μετακίνησης, αντί της προτεραιότητας των ηλεκτρικών αυτοκινήτων, θα έπρεπε να τίθεται μια στρατηγική συλλογικής χρήσης ΙΧ εγχώριας κατασκευής με στόχο τον περιορισμό της χρήσης τους –ιδιαίτερα στα επιβαρυμένα αστικά κέντρα- με παράλληλη επέκταση των δημόσιων μέσων μεταφοράς και του σιδηρόδρομου. Στις μικρο-μεσαίες ιδιοκτησίες που σηκώνουν το βάρος των δανειακών υποχρεώσεων, της υπέρμετρης φορολόγησης [4] κι ακόμα περισσότερο της τρέχουσας ενεργειακής κρίσης, της αλλαγής των λεβήτων θα πρέπει να προηγηθεί η διασφάλιση της ασφαλούς και φτηνής ενέργειας. Προϋπόθεση, οι δημόσιες υποδομές αποθήκευσης φυσικού αερίου, η εκμετάλλευση εγχώριων ενεργειακών κοιτασμάτων, οι γενναίες επιδοτήσεις εξοικονόμησης ενέργειας, η ανταποδοτική ανακύκλωση στο επίπεδο του νοικοκυριού. Αντίστοιχα αντί της προτεραιότητας των προϋπολογισμών άνθρακα στα παραγόμενα προϊόντα η αύξηση του κόστους των οποίων θα μετακυλήσει στον καταναλωτή, η ελληνική βιομηχανία χρειάζεται κατ αρχήν μείωση του ενεργειακού κόστους, φτηνές και σε επάρκεια πρώτες ύλες, πρόσβαση σε χρηματοδοτικά εργαλεία, σύνδεση της έρευνας με τις ανάγκες της παραγωγής πχ για τον σχεδιασμό προϊόντων με μεγαλύτερη διάρκεια ζωής, στο πλαίσιο μιας εθνικής στρατηγικής παραγωγικής ανασυγκρότησης και αμυντικής θωράκισης. Δεδομένης τέλος της περιφερειακής ανισορροπίας και της πληθυσμιακής αποψίλωσης ευαίσθητων από άποψη εθνικής ασφάλειας περιοχών –νησιωτικών και ορεινών-, τις μεγαλύτερες υπηρεσίες σ ένα σχέδιο πράσινης μετάβασης θα έδινε μια στρατηγική γενναίων κινήτρων αποκέντρωσης και νέων γεννήσεων με φορολογικές απαλλαγές, πρόσβαση σε κεφάλαιο κίνησης, δωρεάν παραχώρηση καλλιεργήσιμων εκτάσεων και στοχευμένων εκπαιδευτικών προγραμμάτων.
[1] Πηγή: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (https://www.europarl.europa.eu/news/el/headlines/society/20180301STO98928/ekpompes-aerion-tou-thermokipiou-ana-chora-kai-tomea-grafima)
[2] διαΝΕΟσις, Έρευνα για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην Ελλάδα που παρουσιάστηκε στο 1st Athens ESG & Climate Crisis Summit.
[3] Πάνω από 1 δις άνθρωποι ζουν σε περιοχές εκτεθειμένες σε περιβαλλοντικούς κινδύνους με μειωμένη ικανότητα αντιμετώπισης μιας φυσικής καταστροφής. “Displaced on the frontlines of the climate emergency”, Πηγή UNHCR
[4] Τα έσοδα από φόρους στα ακίνητα εκτινάχθηκαν από 487 εκατ € το 2010 σε 2,83 δις € το 2020. Στοιχεία Πανελλαδικού δικτύου Κτηματομεσιτών Ε-real Estates
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου