Παρά τις διθυραμβικές αναφορές
του Οικονομικού επιτελείου της Κυβέρνησης για τα μεγάλα έργα που θα αποτελέσουν
την “ατμομηχανή” της ανάπτυξης τα επόμενα χρόνια, με την αρωγή των εισροών του
Ταμείου Ανάκαμψης και του ΕΣΠΑ, η επίτευξη του στόχου δεν μπορεί να
χαρακτηριστεί διασφαλισμένη. Σημαντικοί παράγοντες που διαμορφώνουν την
παγκόσμια οικονομία και σχετίζονται με την εξέλιξη της πανδημίας φαίνεται πως
θα καθορίσουν την έκβαση του αναπτυξιακού μοντέλου το αμέσως επόμενο διάστημα.
Ο πρώτος ανασταλτικός παράγοντας
αφορά στην αλματώδη αύξηση των τιμών των
πρώτων υλών, σε συνδυασμό με τις ελλείψεις
βασικών υλικών. O
χαλκός ξεπέρασε ήδη τα 10χιλ$ τον τόνο, ο ψευδάργυρος κυμαίνεται σε τιμές της
περιόδου προ της οικονομικής κρίσης, ενώ η τιμή του αλουμινίου βρίσκεται στο
υψηλότερο σημείο μετά το 2011. Η ζήτηση για
λίθιο, κοβάλτιο και νικέλιο που αποτελούν τις βασικές πρώτες ύλες
των μπαταριών και των κατασκευών
«πράσινης τεχνολογίας» εκτιμάται ότι θα εκτοξευτεί στους 3 δις τόνους μέχρι το 2050!Το 90% των
μπαταριών θα απαιτηθεί για την κάλυψη των αναγκών μόνο των ηλεκτρικών οχημάτων,
λόγω της Ευρωπαϊκής στροφής στην ηλεκτροκίνηση. Πέρα από την αυξητική τάση των τιμών, μια
επίσης σημαντική διάσταση είναι αυτή της
γεωπολιτικής εξάρτησης, αφού το 70% της
παραγωγής κοβαλτίου βρίσκεται στο Κονγκό, τα σημαντικότερα κοιτάσματα νικελίου
στην Ινδονησία ενώ οι προσβάσιμοι πόροι λιθίου εντοπίζονται στην Αργεντινή,
στην Αυστραλία και στην Χιλή. Το οικονομικό Ινστιτούτο του Μονάχου IFO κρούει
τον κώδωνα του κινδύνου λόγω σημαντικών ελλείψεων σε μικρο-τσιπ, που θα διατηρηθεί και το 2022,
επηρεάζοντας την αγορά αυτοκινήτων και
παιδικών παιχνιδιών με σημαντικές καθυστερήσεις, τις τιμές των υπολογιστών και
κινητών τηλεφώνων ενώ δημιουργεί σημαντικές ελλείψεις σε μνήμες και σε κεντρικούς
επεξεργαστές. Λόγω της επιδείνωσης των εμπορικών σχέσεων ΗΠΑ-Κίνας, η Κυβέρνηση
Σι Ζινπίνγκ επιχειρεί την γενναία χρηματοδότηση ιδιωτικών επιχειρήσεων στο
έδαφος της προκειμένου να καλύψει το κενό στην παραγωγή μικρο-τσιπ ενώ απειλεί
με ανακατάληψη της Ταιβάν και κλείσιμο
του παγκόσμιου κολοσσού στην κατασκευή ημιαγωγών TSMC. Μια τέτοια εξέλιξη θα έχει τρομακτικές
συνέπειες στην παραγωγή της Δύσης επηρεάζοντας τομείς από τα κινητά τηλέφωνα
έως τα μαχητικά F-35. Χαρακτηριστικά τα iphone της Apple σχεδιάζονται
στο Cupertino της Καλιφόρνιας
κατασκευάζονται στην TSMC στην
Ταιβάν, συσκευάζονται και
τελειοποιούνται στην Κίνα και από εκεί επιστρέφουν στις διαμετακομιστικές
αποθήκες της Apple. Οι
συνθήκες αυτές σε μια περίοδο που η
ζήτηση ψηφιακών εφαρμογών επιτάθηκε λόγω πανδημίας αποτελούν κομβικό παράγοντα
που θα καθορίσει την μετάβαση στην ψηφιακή εποχή.
Αν και η άποψη των τεχνοκρατών
της Κυβέρνησης κάνει λόγο για συγκυριακές αυξήσεις τιμών των πρώτων υλών λόγω
υψηλής ζήτησης εμπορευμάτων με το άνοιγμα της οικονομίας, το ενδεχόμενο της
παγιοποίησης της αυξητικής τάσης σε
συνδυασμό με τους επικείμενους εμπορικούς πολέμους, θα αναθεωρήσει προς τα πάνω τους προϋπολογισμούς των μεγάλων
κατασκευαστικών έργων όπως οι οδικοί άξονες, η νέα γραμμή του Μετρό στην Αθήνα,
το Ελληνικό, οι υποθαλάσσιες ηλεκτρικές διασυνδέσεις των νησιών κοκ.
Ο δεύτερος ανασταλτικός
παράγοντας, συνάρτηση του προηγούμενου,
είναι η κατακόρυφη άνοδος του
μεταφορικού κόστους. Το κόστος για παράδειγμα της μεταφοράς ενός κοντέινερ
από την Κίνα προ πανδημίας ανέρχονταν μεταξύ 1500$ και 2000 $ για να εκτοξευτεί
σήμερα πάνω από τα 13.000$! Ενδεικτικά το κατασκευαστικό κόστος ενός ψυγείου
στην Κίνα ανέρχεται μόλις στα 200€ ενώ το μεταφορικό του κόστος υπολογίζεται
σήμερα στα 250€!Η τάση αυτή συνδέεται με την αύξηση της τιμής του πετρελαίου,
μετά την ελεύθερη πτώση της Άνοιξης του 2020, το οποίο ξεπέρασε τα 74$ το
βαρέλι, με την αμόλυβδη να κινείται ήδη στο 1,6€ το λίτρο! Παράγοντες της αγοράς αλυσίδων ηλεκτρικών
συσκευών κάνουν λόγο για σταδιακές ελλείψεις φτηνών προϊόντων made in China που
απευθύνονταν σε μεσαία και κατώτερα οικονομικά στρώματα αλλά και για το κλείσιμο
πολλών εμπορικών εταιριών ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών ειδών.
Τρίτος εγχώριος καθοριστικός
παράγοντας είναι αυτός της σημαντικής έλλειψης τεχνητών και μαστόρων από την
αγορά. Η παρατεταμένη οικονομική κρίση που έπληξε κυρίως την οικοδομή κι
ευρύτερα τον κατασκευαστικό τομέα είχε σαν αποτέλεσμα πολλοί αλλοδαποί εργάτες
να εγκαταλείψουν την χώρα ενώ όσοι παρέμειναν αποτελώντας την πρώτη γενιά μεταναστών της δεκαετίας του
90, είναι πλέον μεγάλης ηλικίας. Σύμφωνα με σχετική έρευνα της Opinion Pol για το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο
Πειραιά το 2020 η μεγαλύτερη ζήτηση και ταυτόχρονα έλλειψη στην αγορά
εμφανίζεται σε ειδικότητες όπως ηλεκτροτεχνίτες, μαρμαροτεχνίτες, αλουμινάδες,
σιδεράδες, μονταδόρους, ηλεκτροσυγκολλητές,
σωληνουργούς , τεχνίτες πέτρας και υποδημάτων. Σύμφωνα με τον Πρόεδρο
του Συνδέσμου Βιοτεχνών κατεργασίας Μετάλλου οι ελλείψεις δεν περιορίζονται σε τεχνίτες
αλλά και σε ανειδίκευτο προσωπικό πχ σε εργάτες επισκευής κουφωμάτων ή βαφής
κτηρίων. Ερώτημα λοιπόν προκύπτει ως
προς το εργατικό δυναμικό που θα απασχοληθεί στα μεγάλα κατασκευαστικά έργα ή σ
αυτά της οικιστικής επέκτασης και της δημιουργίας νέων πολυτελών τουριστικών
μονάδων που περιλαμβάνονται στο πρόγραμμα Ελλάδα 2.0.
Τα παραπάνω θα μπορούσαν παρ όλα
αυτά να αντιμετωπιστούν και ως προκλήσεις ενός ριζικού αναπτυξιακού
μετασχηματισμού. Για παράδειγμα οι αυξητικές τάσεις στις τιμές των πρώτων υλών
θέτει επιτακτικά ζητήματα ως προς την στρατηγικής της εγχώριας εξορυκτική
βιομηχανίας, τις νέες γεωπολιτικές
συμφωνίες, την εξειδικευμένη έρευνα στην τεχνολογία υλικών. Πρωτίστως όμως
απαιτεί μια σοβαρή εθνική στρατηγική
στον τομέα της κυκλικής οικονομίας με την ενεργό συμμετοχή της κοινωνίας. Ένα
τοπικά οργανωμένο μοντέλο ανακύκλωσης συναρτώμενο με τα δημοτικά τέλη και με σαφή ανταποδοτικά κίνητρα στον καταναλωτή
και στον δημότη, με οργανωμένους δημοτικούς χώρους επιδιόρθωσης και διαχείρισης
υλικών στην δευτερογενή αγορά. Όμως η μη επάρκεια των πόρων, ιδιαίτερα σε
φάσεις γεωπολιτικής αστάθειας, επαναφέρει το ζήτημα της κριτικής στο εξατομικευμένο
καταναλωτικό μοντέλο δίνοντας προτεραιότητα στην κατασκευή προϊόντων
δημόσιας χρήσης και συλλογικής ωφέλειας.
Η αύξηση του μεταφορικού κόστους
καθιστά επίκαιρη την επαν-εδαφικοποίηση της παραγωγής προϊόντων μαζικής
κατανάλωσης όπως τα προϊόντα οικιακής χρήσης, κατασκευαστικών υλικών,
μηχανημάτων αλλά και την κάλυψη
σημαντικού μέρους των αμυντικών και ναυπηγικών μας αναγκών. Το έλλειμμα του
εργατικού δυναμικού προϋποθέτει τέλος την σημαντική ενίσχυση της τεχνικής και
επαγγελματικής εκπαίδευσης σε συνδυασμό με κίνητρα στοχευμένης κατάρτισης
ανέργων και εργαζομένων σε κλάδους της οικονομίας που πλήττονται από την
πανδημία. Προοπτικά βέβαια η κάλυψη του κενού απαιτεί από σήμερα μια ολοκληρωμένη στρατηγική
δημογραφικής ανάκαμψης, προϋπόθεση και της αμυντικής θωράκισης της χώρας έναντι του Οθωμανικού επεκτατισμού.
Δημοσιεύτηκε στο 121ο
τεύχος του περιοδικού ΑΡΔΗΝ, Μάιος-Ιούλιος 2021
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου