Παρασκευή 9 Ιουλίου 2021

Δημογραφικό και σύγχρονη Οικογένεια


Η ασυνεννοησία -και σε πολλές περιπτώσεις η αντιπαλότητα- που επικρατεί στον δημόσιο διάλογο κάθε φορά που τίθενται καίρια κοινωνικά ζητήματα, προκαλείται λόγω των διαφορετικών αφετηριών που αυτά προσεγγίζονται. Στην φιλελεύθερη, δικαιωματιστική προσέγγιση, η συλλογική επιβίωση έπεται του ατομικού δικαιώματος και οτιδήποτε στοχεύει στην διασφάλιση της είναι  αναχρονιστικό, αναβίωση εξουσιαστικών μηχανισμών που το άτομο οφείλει να αποποιηθεί και να καταγγείλει αφού στέφεται κατά της ατομικής του ελευθερίας.


Στην περίπτωση του δημογραφικού υπάρχει μια αδήριτη πραγματικότητα, απόρροια των ίδιων των αριθμών: η χώρα γερνάει κι όπως ένας ζωντανός οργανισμός, αν δεν ληφθούν –ήδη από χτες!- μέτρα, πολύ σύντομα θα ολοκληρώσει τον ιστορικό του κύκλο. Το αμείλικτο ερώτημα που προκύπτει προς τους «πολίτες της γης» είναι, ποια θα είναι η προοπτική της ατομικής επιβίωσης και πως αυτή θα διασφαλιστεί εν τοις πράγμασι  όταν το εθνικό κέντρο δεν θα υφίσταται ως τέτοιο;

Σε μόλις 5 χρόνια το αρνητικό ισοζύγιο θανάτων –γεννήσεων σημείωσε αύξηση 60%, φτάνοντας το 2020 στο αρνητικό ρεκόρ όπου οι θάνατοι υπερτερούν των γεννήσεων κατά 46.000 σε μια μόλις χρονιά (τάση που εξελίσσετε επι τα χείρω το 21 λόγω  των αυξημένων θανάτων κορωνοιού)! Μια χώρα με φθίνοντα πληθυσμό –όπως κι ένα σύνολο χωρών του Δυτικού κόσμου- που βρίσκεται όμως στα σύνορα των κόσμων, γειτνιάζοντας με πληθυσμιακές υπερδυνάμεις όπως με την Αφρική, την Μέση Ανατολή και με λαούς που ανήκουν σε διαφορετικά –ισλαμικά- πολιτισμικά περιβάλλοντα, είναι καταδικασμένη να μετατραπεί, αργά ή γρήγορα, από χώρα σε «χώρο», ακλουθώντας το παράδειγμα του Λιβάνου. Όταν μάλιστα η γειτονεύουσα Τουρκία, -με την οποία η γεωπολιτική σύγκρουση  διατηρείται συνεχής, ήδη από το Μάτζικερτ στα 1071-, εγείρει ανοιχτά ζήτημα αμφισβήτησης κυριαρχικών δικαιωμάτων, η πληθυσμιακά συρρίκνωση ενέχει το κίνδυνο της αναπότρεπτης υποταγής.

 

Στο εσωτερικό κοινωνικό πεδίο οι συνέπειες  της γήρανσης του πληθυσμού είναι πολλαπλές όπως για παράδειγμα στη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος, στο παραγωγικό μοντέλο, στον κοινωνικό συντηρητισμό, στην πολιτιστική παρακμή. Η μείωση των γηγενών στις παραγωγικές ηλικίες σε συνδυασμό με την μαζική μετανάστευση νέων επιστημόνων εκτός Ελλάδος  και την μαζική εισροή μεταναστών νεαρής ηλικίας,  διαμορφώνει μια αγορά εργασίας χαμηλών προσδοκιών. Το χαμηλό εργατικό κόστος και η πλεονάζουσα  ανειδίκευτη εργασία καθίστανται –όπως και στην δεκαετία του 90-, ο βασικός παράγοντας της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, περιορίζοντας τις δυνατότητες ενός  παραγωγικού μετασχηματισμού βασισμένου στην γνώση και στην υψηλή εξειδίκευση. 

Ο πυρήνας του δημογραφικού προβλήματος είναι η κρίση της πυρηνικής οικογένειας σε συνδυασμό με την εξασθένιση των συγγενικών δεσμών, πρωτίστως στις αστικές περιοχές. Την 5ετία 2015-2020 οι γάμοι μειώθηκαν κατά 40% περιοριζόμενοι περίπου στους 32.000 το 2020 –έναντι 8.800 συμφώνων συμβίωσης- ενώ παράλληλα τα επίσημα διαζύγια μεσο-σταθμικά κατ έτος αποτελούσαν το 30% των γάμων! Τα στοιχεία αυτά σε συνδυασμό με την απόφαση της συντριπτικής πλειοψηφίας των νέο-ελλήνων να κάνουν οικογένεια μετά τα 35 έτη, συνηγορούν στην αιτιολόγηση της δημογραφικής κρίσης βάση κοινωνικών συνθηκών, προτύπων και κοσμο-αντίληψης που αντανακλώνται στις σύγχρονες οικογένειες. Επιβαρυντικά ψυχικά βιώματα από την οικογένεια και υπαρκτές σε πολλές περιπτώσεις κακοποιήσεις στην παιδική και στην πρώιμη εφηβεία, εργαλειοποιούνται από την φιλελεύθερη σκέψη, προκειμένου η οποιαδήποτε  προσπάθεια διαμόρφωσης πρότασης για τον οικογενειακό θεσμό να εκλαμβάνεται ως συνέχεια και παράγωγο της πατριαρχίας και της «παραδοσιοκρατίας»,  και άρα να απορρίπτεται a priori.

 Μια στρατηγική αντιμετώπισης του δημογραφικού όμως θα απαιτούσε βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα μέτρα εστιασμένα στην στήριξη των νέων ζευγαριών.

Μια σημαντική πτυχή αφορά στις δημόσιες-κοινωνικές υποδομές: Για όσες γυναίκες για παράδειγμα αντιμετωπίζουν πρόβλημα υπογονιμότητας και  θέλουν να αποκτήσουν δικό τους παιδί, θα έπρεπε το σύνολο της δαπάνης να καλύπτεται από το Εθνικό Σύστημα Υγείας στο πλαίσιο νέων δημόσιων κλινικών υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, ώστε να παταχθεί η κερδοσκοπία των ιδιωτών ιατρών που επωφελούνται από την «φάμπρικα των εξωσωματικών». Η Πολιτεία θα πρέπει να δώσει προτεραιότητα στις υιοθεσίες –και όχι αποκλειστικά στις αναδοχές όπως σήμερα-,  κάνοντας εφαρμογή των ευεργετημάτων της ψηφιακής εποχής για τον περιορισμό των απαιτούμενων εγγράφων και της μείωσης του χρόνου ολοκλήρωσης μιας υιοθεσίας.

Η εργασία θα πρέπει να εναρμονίζεται με την οικογενειακή ζωή παύοντας να αποτελεί εμπόδιο που επιβαρύνει την ψυχολογία των νέων ζευγαριών, ιδιαίτερα όταν αυτά ζουν μακριά από το υποστηρικτικό πλαίσιο των συγγενικών τους προσώπων. Η επέκταση των αδειών μητρότητας και πατρότητας -και στον ιδιωτικό τομέα-, η διεύρυνση της λειτουργίας δημόσιων βρεφονηπιακών και παιδικών σταθμών σε κάθε γωνιά της χώρας, η εφαρμογή της τηλε-εργασίας για νέες μητέρες αλλά και η καταβολή υψηλών προστίμων σε εργοδότες που οδηγούν σε απολύσεις ή μειώσεις μισθών γυναικών κατά την περίοδο της εγκυμοσύνης, θα ήταν μερικά ενδεικτικά μέτρα για την συμφιλίωση επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής.

Για τις άνεργες μητέρες  η επαναφορά του παλαιότερου αιτήματος, μερίδας του γυναικείου κινήματος, περί «κοινωνικού μισθού» για την απόκτηση παιδιού  και την οικιακή εργασία θα αποτελούσε ένα σημαντικό κίνητρο. Ο καθορισμός ενός εθνικού στόχου, με διακομματική συναίνεση[1], για απόκτηση 2 έως 3ων  παιδιών ανά οικογένεια θα έπρεπε να συνοδευτεί από επιπλέον κίνητρα[2] για τις οικογένειες με περισσότερα από ένα παιδιά, εν αντιθέσει με την σημερινή πραγματικότητα όπου το παιδί αποτελεί φορολογικό τεκμήριο και που οι πολύτεκνες οικογένειες εξαιρούνται από τα ελάχιστα  βοηθήματα για την τηλε-εκπαίδευση!

Όμως η μάχη για το δημογραφικό απαιτεί μακροπρόθεσμη αλλαγή «παραδείγματος» στους νέους ανθρώπους. Το πλέον κρίσιμο αφορά στην νοηματοδότηση της ελευθερίας ως ατομικού δικαιώματος που αντιδιαστέλλεται με την εμπειρία του «σχετίζεσθαι». Ο άνθρωπος καταναλωτής εμπορευμάτων και εμπειριών, προϊόν της φάσης ανάπτυξης του χρηματιστηριακού καπιταλισμού στη Δύση, αποφεύγει την ανάληψη ευθύνης, αντιλαμβανόμενος την οικογένεια ως «φυλακή» και το παιδί ως στέρηση της ελευθερίας του. Ο εξοβελισμός από το αξιακό πρότυπο της συντροφικής φροντίδας και του ενδιαφέροντος για την αναπαραγωγή του, αποτελεί το σύμπτωμα μιας ναρκισσιστικής αντίληψης αυτό-εγκλωβισμού στο εγώ που οδηγείται στον «μηδενισμό».  Όμως η πραγματική ελευθερία του ανθρώπου μπορεί να κατακτηθεί μέσω της σχέσης όταν αυτή εδράζεται στην αληθινή αγάπη που υπερβαίνει το «εγώ». Η οικογένεια στην σύγχρονη πραγματικότητα αποτελεί εκείνη την κοινωνική βαθμίδα που εν δυνάμει περιορίζει την κυριαρχία του εμπορεύματος και ταυτόχρονα θωρακίζει τον άνθρωπο από τις παρενέργειες των οικονομικών κρίσεων -όπως αποδείχθηκε την περίοδο των Μνημονίων-, διασφαλίζοντας υποστήριξη και φροντίδα όταν αυτός καθίσταται αδύναμος.  Άρα η υπεράσπιση του θεσμού της οικογένειας σε συνδυασμό με εναλλακτικές προτάσεις νέο-κοινοτισμού και επανασύνδεσης με την Φύση  δεν αποτελεί οπισθοδρόμηση και  επιστροφή στην «παραδοσιοκρατία»   αλλά ίσως την πιο προωθημένη αντίσταση στις καπιταλιστικές νόρμες.

Η διασφάλιση τέλος της συλλογικής μας επιβίωσης αυτόν τον αιώνα στο σύνορο των κόσμων, αποτελεί ίσως το πλέον προοδευτικό πρόταγμα υπεράσπισης της ελευθερίας και της δημοκρατίας έναντι του επ-ελαύνοντος νέο-Οθωμανικού σκοταδισμού. 



[1] Το 1993 Νέα Δημοκρατία, ΠΑΣΟΚ και ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ είχαν καταλήξει σε κοινό πόρισμα για το δημογραφικό το οποίο στην συνέχεια εγκαταλείφτηκε.

[2] Χαρακτηριστικό παράδειγμα η αύξηση του αριθμού των τρίτεκνων οικογενειών στην Θράκη συνέπεια της χορήγησης επιδόματος από την Εκκλησία της Ελλάδας.

Το Άρθρο κυκλοφόρησε στο ηλεκτρονικό περιοδικό e- Δίαυλος No 29 Ιουνίου-Ιουλίου 2021

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Ισλαμο-αριστερά.

Για εμάς που διήλθαμε από τους δρόμους της Αριστεράς η υποστήριξη του Παλαιστινιακού   δικαιώματος σε πατρίδα, όπως αντίστοιχα των Κούρδων, ...