Παρασκευή 9 Νοεμβρίου 2012

ΔΩΔΩΝΗ: Το χρονικό του ξεπουλήματος


Η γαλακτο-βιομηχανία Δωδώνη ιδρύθηκε στα 1963 από την Αγροτική Τράπεζα και τις Ενώσεις Αγροτικών συνεταιρισμών Ιωαννίνων, Άρτας , Πρέβεζας και Θεσπρωτίας, με σκοπό την κάλυψη των αναγκών γάλακτος στην πόλη των Ιωαννίνων από τους αγελαδοτρόφους της ευρύτερης περιοχής. Στα 40 χρόνια λειτουργίας της η εταιρία συγκαταλέγεται στις πλέον δυναμικές του κλάδου έχοντας 11,9 εκατ € μετοχικό κεφάλαιο , ίδια κεφάλαια (περιουσιακά στοιχεία – υποχρεώσεις) που υπερβαίνουν τα 31 εκατ €  και αποθεματικό που φτάνει στα 42 εκατ €.





Με  7.000 παραγωγούς κτηνοτρόφους παρουσιάζει ετήσια εισροή 70 χιλ τόνων γάλατος –εκ των οποίων το 60% καταλήγει στην παραγωγή φέτας που αποτελεί το Εθνικό μας προϊόν- . Σύμφωνα με τα στοιχεία του 2011,  ο ετήσιος τζίρος πωλήσεων ανέρχεται  στα 97 εκατ €  με καθαρά κέρδη μετά φόρων 3,6 εκατ €  ( η εταιρεία παρουσίασε αύξηση της κερδοφορίας της κατά 30,8% έναντι του 2010 . Πέρα από την στήριξη των τοπικών παραγωγών-κτηνοτρόφων , η Δωδώνη δίνει δουλειά σε 150 εργαζόμενους με πλήρη εργασία, 250 εποχιακά απασχολούμενους και 130 εξωτερικούς παραλήπτες γάλακτος. Πέραν της κατοχύρωσης της φέτας ως εθνικό μας προϊόν , η Δωδώνη συνέβαλε με την πολιτική της στην τιμολόγηση του γάλακτος – η μέση ετήσια τιμή του πρόβειου γάλατος κυμαίνεται στο 1 € / λιτρο- στην αποτροπή δημιουργίας καρτέλ  ελέγχου της εγχώριας παραγωγής γαλακτοκομικών προϊόντων από μεγάλες πολυεθνικές εταιρίες.

Η αλλαγή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος  σηματοδοτεί –και όχι τυχαία- την απαρχή των ιδιωτικοποιήσεων που πωρωθεί η εφαρμογή των πολιτικών της τρόικας και υποστηρίζει αναφαδόν το νέο-φιλελεύθερο λόμπυ της τρικομματικής Κυβέρνησης. Το μοντέλο της ιδιωτικοποίησης της Δωδώνης είναι αυτό που θα εφαρμοστεί σε όλες τις υπό πώληση κερδοφόρες εταιρίες του ευρύτερου δημόσιου τομέα , υποθηκεύοντας κάθε έννοια εγχώριας ανάπτυξης και προστιθεμένης αξία για την τοπική και εθνική μας οικονομία. Η αλλαγή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος της Δωδώνης είναι απόρροια της προϊούσας  ιδιωτικοποίησης της ΑΤΕ η οποία κατείχε το 67,77% των μετοχών της εταιρείας - ως γνωστό η ΑΤΕ υπήχθη προσφάτως στην Τράπεζα Πειραιώς χάνοντας τον δημόσιο χαρακτήρα της-. Το βασικό ερώτημα που τίθεται κατ αρχήν είναι κατά πόσο είναι δυνατή η στήριξη και επέκταση του πρωτογενούς τομέα της χώρας,  όντας  αυτή η  βασική συνιστώσα της πολυπόθητης ανάπτυξης,  χωρίς την ύπαρξη μιας Δημόσιας Τράπεζας που να εξασφαλίζει την ρευστότητα των κεφαλαίων στις επενδύσεις του τομέα ; Δυστυχώς κάτι τέτοιο είναι αδύνατον αν θέλουμε να διατηρήσουμε τα χαρακτηριστικά του μικρού κλήρου παραγωγής που παρουσιάζει ο αγροτικός μας τομέας γεγονός που είχε γίνει απόλυτα κατανοητό από τον Ελευθέριο Βενιζέλο όταν ίδρυσε την ΑΤΕ στα 1929 εν μέσω οικονομικής κρίσης.  Δυστυχώς  επί πολλές δεκαετίες οι κομματικές διοικήσεις της  ΑΤΕ έδιναν δάνεια στους Έλληνες αγρότες με καθαρά πελατειακά και παραταξιακά κριτήρια  χωρίς  να υπάρχει ένα στρατηγικό σχέδιο για την ανάπτυξη του πρωτογενούς τομέα , προσαρμοσμένου στις ιδιαίτερες συνθήκες γεωγραφίας και ιστορίας του τόπου και  με προτεραιότητα στην κάλυψη της εγχώριας ζήτησης. Ιδιαίτερα μετά το 1990, η ΑΤΕ κατέστη μια καθαρά Κρατική Τράπεζα αποκομμένη  από τον πρωτογενή τομέα αφού στις προτεραιότητες της ήταν ποια η χρηματοδότηση επιχειρηματικών ομίλων , των πολιτικών προσώπων, η αγορά κρατικών ομολόγων κοκ. Η μόνη διαφορά σ αυτή την μετεξέλιξη ήταν ότι ενώ στην περίπτωση των αγροτών τα δάνεια ήταν ενυπόθηκα –δλδ για κάθε δανειοδότηση ο αγρότης υποθήκευε την κινητή και ακίνητη παρουσία του – στις μεταγενέστερες δανειοδοτήσεις της η Τράπεζα δεν έθετε ως όρο την υποθήκη περιουσιακών στοιχείων. Είναι προφανές πως η όποια ιδιωτική τράπεζα –στην προκειμένη φάση η Πειραιώς- προκειμένου να εξασφαλίσει συνθήκες ρευστότητας θα επισπεύσει την αξιοποίηση κερδοφόρων θυγατρικών και αργότερα των περιουσιακών στοιχείων των αγροτών που έχουν εγγραφεί στα ενυπόθηκα δάνεια τα οποία υπολογίζονται στο 70% της υφιστάμενης αγροτικής γης!!

Η πώληση του πλειοψηφικού πακέτου των μετοχών της «ΑΤΕ  ΑΕ υπο ειδική εκκαθάριση»,  έγινε στη βάση διεθνούς διαγωνισμού με συμβούλους –αξιολογητές των προσφορών των υποψήφιων αγοραστών : την Alpha Bank, την Εθνική Τράπεζα και το Δικηγορικό Γραφείο Σαραντίτη. Στο διαγωνισμό που ήταν πλειοδοτικός  κατήλθαν :α) η Γαλλική πολυεθνική Lactalis με προσφορά 11,8 εκατ €, η οποία είχε στο παρελθόν χρησιμοποιήσει ένδικα μέσα κατά της κατοχύρωσης της φέτας σε ΠΟΠ!!!  β) η Όλυμπος- ΤΥΡΑΣ των Αφων Σαράντη με προσφορά 28,66 εκατ € (10,66 εκατ € μετρητά και 18 δόσεις σε ορίζοντα 7ετίας) γ) η Κοινοπραξία ενός Ρώσικου Fund με έδρα την Αγγλία με την επωνυμία “Strategic Initiative UK LLP” και της Simon Food του Κου Νιάκαρου που ήταν αντιπρόσωπος της ΔΩΔΩΝΗΣ στην Αττική με χρέη έναντι της εταιρίας  περί τα 11 εκατ € από τον προηγούμενο κύκλο συνεργασίας -η προσφορά της Κοινοπραξίας ήταν 20,66 εκατ €- και δ) οι Ενώσεις Αγροτικών Συνεταιρισμών που κατέχουν το μειοψηφικό πακέτο με στρατηγικό εταίρο την εταιρία ΒΙΚΟΣ & με προσφορά 21,34 εκατ €.

Κατά την διάρκεια του διαγωνισμού άλλαξαν οι όροι αφού το προεξοφλητικό επιτόκιο της προσφοράς των Αφων Σαράντη ανέβηκε στο 18% γεγονός που συνιστά νομική παράβαση ενώ με βάση  τα επικαλούμενα προβλήματα στην επιστολή υποστήριξης ο εκκαθαριστής απέρριψε την προσφορά των ΕΑΣ . Με βάση τις παραπάνω μεθοδεύσεις ο διαγωνισμός κατακυρώθηκε στην Κοινοπραξία Strategic Initiative UK LLP με δεσμευτικούς όρους : την διατήρηση της έδρας στα Γιάννενα , την αξιοποίηση του προσωπικού , την συνέχιση των επενδύσεων στις υποδομές , την διατήρηση της τοπικής ζώνης γάλακτος και των σχέσεων με τους παραγωγούς καθώς και την υποστήριξη της τοπικής κοινωνίας. Να επισημανθεί ότι πέραν της εξαγοράς των μετοχών της ΑΤΕ που ανέρχονται στα 20.385.000 –λογιστική αξία- η πλειοδοτούσα κοινοπραξία αναλαμβάνει και το χρέος της ΔΩΔΩΝΗΣ προς την ΑΤΕ ύψους 55 εκατ € κάτι που όμως δεν συνάδει με τα δηλωθέντα περιουσιακά στοιχεία δεδομένου ότι το μετοχικό κεφάλαιο της κοινοπραξίας είναι μόλις 310.000€! Διάχυτος είναι ο φόβος της εκμετάλλευσης του αποθεματικού των 42 εκατ € της εταιρίας και στη συνέχεια η μεταπώληση της η ακόμα και η πτώχευση δίνοντας στο μεσοδιάστημα την δυνατότητα στο καρτέλ του γάλακτος να εισέλθει ση χώρα . Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι πληθαίνουν οι πιέσεις στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης για την αύξηση των ημερών κυκλοφορίας του γάλακτος από 5 σε 8 η 10, προκειμένου αυτό να χαρακτηρίζεται φρέσκο ανοίγοντας έτσι το δρόμο στην εισροή παγο-κολόνων γάλακτος από το εξωτερικό.

Η επίσπευση των διαδικασιών ιδιωτικοποίησης της ΔΩΔΩΝΗΣ προκειμένου να ανταποκριθεί το Κυβερνητικό επιτελείο στην νεοφιλελεύθερη ατζέντα της τρόικας βρήκε έφορο έδαφος στην ανωριμότητα της Ηπειρωτικής κοινωνίας να προτείνει μια πραγματικά βιώσιμη εναλλακτική λύση . Γνωρίζουμε πολύ καλά –παρ ότι στρατηγικά υποστηρίζουμε ως μη «χείρων βέλτιστο»  την προσφορά των ΕΑΣ -, ότι η ρόλος Των Ενώσεων και η αντιπροσωπευτικότητα τους στους κτηνοτρόφους –παραγωγούς  βαίνει μειούμενη όλα τα προηγούμενα χρόνια. Είναι γνωστές οι πελατειακές σχέσεις για την ανάδειξη των προέδρων και των διοικητικών συμβουλίων , η χρηματοδότηση τους με δάνεια από την ΑΤΕ , οι  υποθήκες των περιουσιακών στοιχείων των Ενώσεων από  την ΑΤΕ  και οι αδιαφανείς προσλήψεις του προσωπικού που συντέλεσαν στην πτώση της αξιοπιστίας τους στις τοπικές κοινωνίες. Είναι προφανής η έλλειψη ενός στρατηγικού σχεδίου παραγωγικής αναδιάρθρωσης και στήριξης των παραγωγών που θα έδινε την δυνατότητα εξασφάλισης της κεφαλαιακής επάρκειας σε μια φάση σύγκρουσης με το Τραπεζικό λόμπυ. Η μετατροπή των ΕΑΣ σε πρωτοβάθμιους συνεταιρισμούς ή αγροτικές ενώσεις σύμφωνα με το άρθρο 19 του Ν. 4015/2011 μέχρι το τέλος της τρέχουσας χρονιάς,  προϋποθέτει συνολική αναδιάρθρωση του κλάδου , ουσιαστική συμμετοχή των παραγωγών αλλά και  διαμόρφωση χρηματοδοτικών εργαλείων που είναι δυνατόν να εξασφαλίσουν την απαιτούμενη ρευστότητα μετά την ιδιωτικοποίηση της ΑΤΕ,  προαπαιτούμενα που δεν φαίνεται να πληρούνται .


Δυστυχώς και ενώ ήταν γνωστή επί πολλά χρόνια η τάση ιδιωτικοποίησης της ΔΩΔΩΝΗΣ, τόσο οι ΕΑΣ όσο και οι συνδικαλιστές επέμεναν στην διατήρηση του κρατικού της χαρακτήρα με αποτέλεσμα να χαθεί πολύτιμος χρόνος για την μετατροπή της σε Εταίρα Λαϊκής Βάσης. Μόνο όταν επισπευστήκαν οι διαδικασίες και αντιλήφθηκαν την μοιραία εξέλιξη του επικείμενου ξεπουλήματος ξανα-τέθηκε η πρόταση της εταιρίας λαϊκής βάσης –την οποία επεξεργάστηκε το Οικονομικό Επιμελητήριο Ιωαννίνων - .Ήταν όμως ήδη  αργά δεδομένων των εξελίξεων της υπαγωγής της ΑΤΕ στην Πειραιώς και της συνακόλουθης πρόσκλησης του διεθνούς διαγωνισμού. Μια τέτοια πρόταση θα προϋπέθετε την δημιουργία ενός νέου αποθεματικού με μετοχές παραγωγών , εργαζομένων και ευρύτερα Ηπειρωτών που θα μπορούσε να φτάσει τα 50 εκατ € -με αξία κάθε μετοχής στα 100 €- . Κανείς από τους μετόχους δεν θα μπορούσε να κατέχει ποσοστό πάνω από το 2% των μετοχών , η συμμετοχή θα ήταν δημοκρατική -1 μέτοχος 1 ψήφος ανεξαρτήτως των κατεχόμενων  μετοχών- .Με το παραπάνω πόσο θα ήταν δυνατή η αγορά των μετοχών της ΑΤΕ , η σταδιακή αποπληρωμή των υποχρεώσεων της εταιρίας και η στήριξη μιας ευρύτερης αναπτυξιακής στρατηγικής του γαλακτοκομικού  κλάδου στην Ήπειρο. Μια στρατηγική που θα ξανα-έθετε ζητήματα όπως: ένα σχέδιο καταγραφής και εκμετάλλευσης των εγκαταλειμμένων βοσκοτόπων στην βάση της προώθησης της ελεύθερης βοσκής , την αξιοποίηση ανεκμετάλλευτων αγροτικών εκτάσεων που κατέχουν ετεροδημότες –που θα καλούνταν να γίνουν μέλη της νέας εταιρίας- , την σύνδεση με την ερεύνα  και την αναβάθμιση των σχολών εκπαίδευσης όπως πχ της σχολής γάλακτος στα Γιάννενα , την προώθηση εγχώριων  ζωικών ποικιλιών  και την επέκταση της εγχώριας παραγωγής ζωοτροφών σε μια περίοδο έκρηξης των τιμών τους , την προώθηση κοινωνικών καταναλωτικών συνεταιρισμών με τοπικά ηπειρωτικά προϊόντα  στα μεγάλα αστικά κέντρα. Από τους πρωτοβάθμιους συλλόγους της αποδημίας (αδελφότητες) έως την Παν-ηπειρωτική Συνομοσπονδία τους απόδημους Ηπειρώτες στο εξωτερικό , τους  Δήμους και τους Κοινωνικούς εταίρους , θα έπρεπε να ξεκινήσει μια ενημέρωση –κινητοποίηση των μελών τους στη βάση ενός τέτοιου  ολοκληρωμένου σχεδίου, προκειμένου η Ήπειρος να καταστεί διέξοδος στην επικειμένη επέκταση της ανεργίας και της απόλυτης φτώχειας που θα επιφέρει η συνέχιση των μέτρων της τρόικας.

Σ αυτή την φάση οι εν λογω φορείς θα πρέπει με πίεση τους στο Υπουργείο Οικονομικών να ματαιώσουν την  υπογραφή της σχετικής σύμβασης με την πλειοδοτούσα κοινοπραξία καθώς και όλες τις σχετικές ενέργειες από τον εκκαθαριστή και να ζητηθεί ο απαιτούμενος χρόνος για μια βιώσιμη διαχείριση της ΔΩΔΩΝΗΣ με γνώμονα το συλλογικό συμφέρον της Ηπείρου και της χώρας .

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Νεα ΚΑΠ: η αιτία των αγροτικών κινητοποιήσεων

Η χρονική μετάθεση κατά ένα χρόνο της εφαρμογής του όρου της νέας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) περί υποχρεωτικής αγρανάπαυσης, συνιστά τ...