Τρίτη 20 Οκτωβρίου 2020

Η Καρδίτσα μετά την θεομηνία

 

Η επόμενη μέρα μιας μεγάλης φυσικής καταστροφής θέτει σε προτεραιότητα τα ζητήματα της επιβίωσης και την άμεση αποκατάσταση των παραγόντων εκείνων που θα επαναφέρουν την αισιοδοξία και την ελπίδα. Ο λόγος για την ευρύτερη περιοχή της Καρδίτσας που επλήγη πρόσφατα από το πέρασμα του Ιανού, αφήνοντας πίσω  τεράστιες καταστροφές σε υποδομές, σπίτια, οικοσκευές, αγροτικές εκτάσεις και ζωικό κεφάλαιο. Καταστροφές που έρχονται να προστεθούν στις επιπτώσεις των μέτρων κατά της πανδημίας αλλά και στους δυσχερείς όρους που προκάλεσε η  οικονομική κρίση της τελευταίας 10ετίας- σωρευτικές απώλειες που εκτιμούνται   περί του 50% του τοπικού ΑΕΠ!-.Κατ αντιστοιχία με το Μάτι και την Μάνδρα, η αντιμετώπιση ανάλογων καταστροφών περιορίζεται –μετά την αρχική θεαματοποίηση των καταστροφών- στην χορήγηση των αποζημιώσεων, με τον βαθμό επιτυχίας της πολιτικής διαχείρισης να προσδιορίζεται από το ύψος και τον χρόνο καταβολής των αποζημιώσεων στους πληγέντες. Αρκούν όμως αυτά για να αντιμετωπιστούν οι απώλειες και ν’ αποκατασταθεί ένα στοιχειώδες επίπεδο μελλοντικής βιωσιμότητας της τοπικής κοινωνίας; Προφανώς και όχι.

Δεδομένου ότι βρισκόμαστε στην έναρξη της νέας προγραμματικής περιόδου κατά την οποία η χώρα μας θα λάβει πόρους ύψους 32 δις € από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης, 20 δις από το ΕΣΠΑ της περιόδου 21-27 ενώ  8 δις προϋπολογίζονται στο αναθεωρημένο Πρόγραμμα Επενδύσεων, θα ήταν σκόπιμο να επιδιώξουμε μια στοχευμένη πρόταση ανάκαμψης της  περιοχής αξιοποιώντας -και όχι σπαταλώντας-, τους  πόρους αυτούς.

Ο νέος Εθνικός Μηχανισμός Διαχείρισης Κρίσεων και αντιμετώπισης κινδύνων σε συνδυασμό με χρηματοδοτικά μέσα, όπως το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, θα πρέπει στοχευμένα να ενεργοποιηθούν σε περιοχές που υφίστανται μεγάλες ανθρωπιστικές κρίσεις (καραντίνα, φυσικές καταστροφές, πληθυσμιακή αλλοίωση λόγω μεταναστευτικών ροών) ώστε να δημιουργηθεί ένα ελάχιστο δίχτυ ασφαλείας για τους αδύναμους των εν λόγω περιοχών.

Η  μακρά περίοδο συρρίκνωσης  των πόρων του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων λόγω Μνημονίων είχε σαν αποτέλεσμα την υποβάθμιση των δημόσιων υποδομών και την αναστολή έργων, με αρνητικές συνέπειες  στην καθημερινότητα των λιγότερο προνομιούχων. Οι άμεσες ανάγκες για υποδομές στο Νομό της Καρδίτσας, μετά τις πρόσφατες καταστροφές, ανέρχονται στα 150 εκατ. €, με προτεραιότητα σε εκείνες που αφορούν στην διευθέτηση του ελλείμματος του υδάτινου ισοζυγίου της περιοχής.  Η χρηματοδότηση μικρών και μεσαίων φραγμάτων,  αναδασώσεων, καθαρισμών  παραποτάμων κοκ, επαναφέρει στην επικαιρότητα την άμεση υλοποίηση των φραγμάτων του Μουζακίου, του Νεοχωρίου στην Ελασσόνα  καθώς κι αυτού  της Σκοπιάς Φαρσάλων –που συζητείται από τα μέσα του 60!- το οποίο  θα συγκρατούσε περί τα 70εκατ. κυβικά νερό. Εκτός από την ανάσχεση  των πλημμυρικών φαινόμενων,  η συλλογή του νερού σε μικρής χωρητικότητας φράγματα καθίσταται αναγκαία για την άρδευση πεδιάδων όπως αυτής των Φαρσάλων,  προκειμένου να διατηρηθούν οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις στο άμεσο μέλλον. Από το Μουζάκι, την Πύλη και την Καλαμπάκα χάνονται ετησίως εκατομμύρια κυβικά νερό την ίδια στιγμή που οι  καλλιεργητές ωθούνται σε αυθαίρετες γεωτρήσεις, με αποτέλεσμα την  πτώση του υδροφόρου ορίζοντα, έως και 350 μέτρα, γεγονός που καθιστά το μέλλον της αγροτικής παραγωγής στην περιοχή αμφίβολο. Η χρηματοδότηση τέτοιων έργων από πόρους των διαρθρωτικών ταμείων αποτελεί προτεραιότητα δεδομένου ότι συνάδουν με τους εθνικούς και ευρωπαϊκούς στόχους για την Πράσινη Ανάπτυξη, μέρος της οποίας αποτελεί η ορθολογική διαχείριση των υδάτων. Στο  πλαίσιο, της «βιώσιμης μετακίνησης», θα μπορούσε  να επανέλθει το από το 1992 αίτημα της  σιδηροδρομικής σύνδεσης του λιμανιού της Ηγουμενίτσας με την Καλαμπάκα, που αποτελεί το πλέον ώριμο τμήμα της «σιδηροδρομικής Εγνατίας». Το συγκεκριμένο έργο σιδηροδρομικής σύνδεσης της Ηπείρου με την Β Ελλάδα και με την Θεσσαλία θα μείωνε το μεταφορικό κόστος των εμπορευματικών ροών δίνοντας ώθηση στην ενδογενή παραγωγή της ηπειρωτικής Ελλάδας ενώ παράλληλα θα  αναβάθμιζε την σημασία του λιμανιού της Ηγουμενίτσας.

Μια εθνική στρατηγική βιομηχανικής ανάταξης που καθίσταται επίκαιρη σε συνθήκες κρίσης του μοντέλου της παγκοσμιοποίησης, για την συγκεκριμένη περιοχή, επαναφέρει ως προτεραιότητα την καθετοποίηση  της καλλιέργειας του βαμβακιού. Μια νέα βιώσιμη στρατηγική, με την συμβολή των τοπικών και περιφερειακών κοινωνικών εταίρων και των παραγωγών, θα πρέπει να λάβει υπόψη της τα λάθη του παρελθόντος που οδήγησαν στην κατάρρευση της μεταποίησης και  στην μαζική εξαγωγή της  πρώτης ύλης, - με τη μερίδα του λέοντος να καταλήγει στην Τουρκική κλωστοϋφαντουργία-! Αν το περί των 500 εκτ € εξαγώγιμο εκκοκκισμένο  βαμβάκι μας κατέληγε σε ελληνικά νηματουργεία, η ετήσια προστιθέμενη αξία για την χώρα θα έφτανε τα 18δις € ενώ θα περιόριζε κατά πολύ τις εισαγωγές ρούχων που ξεπερνούν σήμερα τα 5 δις €. Μια τέτοια στροφή στην ενδογενή παραγωγή με την διερεύνηση των δυνατοτήτων εγκατάστασης νέου η ενίσχυσης υφιστάμενων νηματουργείων και κλωστηρίων θα είχε πολλαπλασιαστικά οφέλη στην λειτουργία τοπικών βιοτεχνικών μονάδων παραγωγής ενδυμάτων και άρα στη δημιουργία νέων και σταθερών θέσεων εργασίας στην περιοχή. Το ζήτημα της προστασίας του περιβάλλοντος μέσα από την διερεύνηση δυνατοτήτων  καλλιέργειας βιολογικού βαμβακιού, της υιοθέτησης ορθολογικών μεθόδων διαχείρισης των φυσικών πόρων –πχ πότισμα με σταγόνες για τον περιορισμό της σπατάλης του νερού-, της χρήσης ενεργειακών πόρων από τοπικές - ανανεώσιμες πηγές  σε συνδυασμό με την ποιότητα σε όλα τα βήματα της παραγωγής, θα αποτελούσαν παραμέτρους για την επίτευξη της ανταγωνιστικότητας, δεδομένου του μικρού κατά μέσο όρο καλλιεργήσιμου κλήρου που ανέρχεται στα 50 στρέμματα, όταν στις ανταγωνίστριες χώρες το αντίστοιχο μέγεθος φτάνει τα 200. Ένας δημόσιος φορέας όπως ο  Οργανισμός Βάμβακος αποτελεί προϋπόθεση για την εφαρμογή μιας τέτοιας στρατηγικής δίνοντας έμφαση   στην επί τόπου ενημέρωση και εκπαίδευση των καλλιεργητών  καθώς  και στην επίτευξη συνεργασιών σε όλα τα στάδια της παραγωγικής διαδικασίας. Νεοφυείς επιχειρήσεις που προωθούν ρούχα που παράγονται με διαδικασίες φιλικές προς το περιβάλλον αλλά και με πρακτικές που συνάδουν με τις αρχές της κυκλικής οικονομίας (ανακύκλωση,  ενοικίαση, επιδιόρθωση κλπ),  αποτελούν σημαντικούς παράγοντες στο τομέα της διάθεσης του τελικού προϊόντος, με ιδιαίτερη την συμβολή των νέων επιστημόνων. Οι πρόσφατες αρχαιολογικές ανακαλύψεις υφαντικών βαρών στις περιοχές Φίλια και Μαυραχάδες του Ν Καρδίτσας αποτελεί χαρακτηριστική ένδειξη μιας μακράς παράδοσης ενασχόλησης του τοπικού πληθυσμού με την υφαντική και την νηματουργία λόγω των ιδιαίτερων κλιματολογικών και φυσικών συνθηκών στην περιοχή. Το «Εθνικό Κέντρο Ταξινόμησης Βάμβακος» στην πόλη της Καρδίτσας είναι ο πλέον κατάλληλος φορέας για την διαμόρφωση μιας ολοκληρωμένης βιώσιμης στρατηγικής, εκσυγχρονίζοντας αυτή την μεγάλη τοπική  παράδοση.

Διαμορφώνοντας ευρύτερα συνεργαζόμενα χωρικά συστήματα με στόχο την αύξηση των βαθμών κάλυψης των τοπικών και περιφερειακών αναγκών, το ζήτημα της «διατροφικής αυτάρκειας» καθίσταται ιδιαιτέρως επίκαιρο. Η αποκατάσταση των αγροτικών οικοσυστημάτων από τις φερτές ύλες  αποτελεί σήμερα την πρώτη προτεραιότητα για την οποία απαιτείται ο κατάλληλος μηχανολογικός εξοπλισμός και το ανθρώπινο δυναμικό  γεγονός που προϋποθέτει την άμεση συνεργασία του Εθνικού Μηχανισμού διαχείρισης κρίσεων με τον ΟΑΕΔ. Μια επικαιροποιημένη στρατηγική για το «περιφερειακό διατροφικό καλάθι»  θα πρότεινε την επέκταση των μεθόδων «βιολογικής παραγωγής και πιστοποίησης»  -όπως πχ η αμειψισπορά στη καλλιέργεια του σκληρού σιταριού-, την αντιμετώπιση του ελλείμματος στην παραγωγή του μαλακού,   την αύξηση της παραγωγής αιγοπρόβειου και χοιρινού κρέατος, την κάλυψη του ελλείμματος σε αγελαδινό γάλα αλλά και την επέκταση των ομάδων παραγωγών για την εξαγωγή μεταποιημένων αγροτικών προϊόντων όπως πχ της βιομηχανικής ντομάτας και του τουρσιού. Τα ελλείμματα που δημιούργησαν οι καταστροφές στον τομέα των αγροτικών μηχανημάτων και εφοδίων θα μπορούσαν να καλυφθούν εφαρμόζοντας μεθόδους κοινής χρήσης των απομεινάντων αλλά και  την επιδιόρθωση η την κατασκευή νέων, προσαρμοσμένων στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των μικρο-μεσαίων αγροτο-κτηνοτροφικών παραγωγικών συστημάτων.   Κάτι τέτοιο  θα γινόταν  εφικτό μέσω σύμπραξης του Παν/μιου Θεσαλίας, της Ένωσης Αγροτικών συνεταιρισμών Καρδίτσας με τα τοπικά μηχανουργεία, δίνοντας  ώθηση στην μεγάλη «μαστορική» μας παράδοση.  

Η κρίση του τομέα του μαζικού τουρισμού που οξύνθηκε  σε συνθήκες πανδημίας επιτάσσει την μεταστροφή σ ένα μοντέλο εσωτερικού τουρισμού με αξιοποίηση των τοπικών ιστορικών, πολιτιστικών κοιτασμάτων του κάθε τόπου. Το παράδειγμα της ανάπτυξης του εναλλακτικού τουρισμού στη λίμνη Πλαστήρα αποτελεί καλή πρακτική και οδηγό για την σχεδιασμό ανάλογων εγχειρημάτων. Προϋποθέτει  διασύνδεση του τομέα –του τουρισμού- με άλλους κλάδους της τοπικής οικονομίας, πρωτίστως με τον αγροτο-διατροφικό  αλλά και τον μεταποιητικό. Το «Μουσείο της Πόλης της Καρδίτσας» σε συνεργασία με τοπικούς πολιτιστικούς συλλόγους και παραγωγούς θα μπορούσε να συμβάλλει  στην διαμόρφωση ενός τουριστικού και εκπαιδευτικού προϊόντος που θα συνάδει με την «ταυτότητα του τόπου» .

Η περιοχή της Καρδίτσας διαθέτει τέλος μακρά παράδοση στον συνεργατικό –συνεταιριστικό τομέα μέσω των οποίων εισήχθη  γνώση και καινοτομία που άλλαξε την όψη των χωριών της περιοχής ήδη από την περίοδο του Β Παγκοσμίου Πολέμου. Συνέχεια αυτής της παράδοσης αποτελεί το σημερινό «οικοσύστημα συνεργατισμού», που εδράζεται σε δύο βασικούς πυλώνες: την Αναπτυξιακή Καρδίτσας και την Συνεταιριστική της Τράπεζας που αξιοποιεί με τον καλύτερο τρόπο τις τοπικές αποταμιεύσεις προς όφελος της τοπικής παραγωγής. Στις νέες μορφές συνεταιρισμών συγκαταλέγονται εγχειρήματα στο χώρο της τοπικής παραγωγής ενέργειας (πχ από βιομάζα), της αγροτικής παραγωγής (στέβια, όσπρια, σαλιγκάρια , ντομάτα, γάλα, σιτηρά , παραδοσιακά προϊόντα κλπ) του πολιτισμού (ΚΟΙΝΕΣΠ Ρόδα) κλπ. Όντας μέλος του δικτύου των Εναλλακτικών και Ηθικών Τραπεζών της Ευρώπης, η Συνεταιριστική Τράπεζα θα μπορούσε να υποστηρίξει και νέα εγχειρήματα κάνοντας χρήση των δυνατοτήτων του νέου θεσμικού πλαισίου των μικρο-πιστώσεων με πολλαπλασιαστικά οφέλη  στην παραγωγική και κοινωνική ανάταξη της περιοχής.  Το αξιόλογο ανθρώπινο δυναμικό της περιοχής και ιδιαίτερα οι νέοι της σε συνδυασμό με τα παραδείγματα αλληλεγγύης και συνεργασίας των πολιτών που αναπτύχθηκαν τις τελευταίες μέρες αποτελούν εχέγγυα για μια τέτοια προοπτική.


ΥΓ. θα ήθελα να ευχαριστήσω για την συμβολή τους στο εν λόγω άρθρο: την Κα Φένια Λέκκα υπεύθυνη του Μουσείου της Πόλης της Καρδίτσας, τον κο Νταράουσε Μωχάμεντ υπεύθυνο του Εθνικού Κέντρου Ταξινόμησης Βάμβακος την Κα Μπαρμπατσάλου Μαρία από το Πολιτιστικό Εργαστήρι  ΚΟΙΝΣΕΠ Ροδα καθώς και την φίλη Ελένη Τάντου για τις σχετικές πληροφορίες.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Νεα ΚΑΠ: η αιτία των αγροτικών κινητοποιήσεων

Η χρονική μετάθεση κατά ένα χρόνο της εφαρμογής του όρου της νέας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) περί υποχρεωτικής αγρανάπαυσης, συνιστά τ...